Διδαχές του Γέροντα Παναή από τη Λύση
α. Αν είπε κάποιος άσκεφτα ένα λόγο, μην σε ταράξει. Παράβλεψε τον. Τι κι αν το είπε; Θα κολάζεσαι εσύ; Σε τέτοιες περιπτώσεις να μην λες τίποτε. Αντί να πεις: «Τούτη η πεθερά μου είναι η κόλαση μου», καλύτερα να πεις: «Τούτη η πεθερά μου θα με σώσει. Να μην κακιώσω, να μην μου κακοφανεί και είναι η σωτηρία μου». Η Γραφή λέει: «νικάτε δια του καλού το κακό». Να μην κακιώσουμε. Ο καλός δεν κακιώνει, όταν οι άλλοι είναι κακοί ή όταν συμβεί κάτι δυσάρεστο.
β. Πάντοτε να βλέπουμε τα καλά του πλασμάτου. Διότι αν δούμε τα μη καλά, θα βρούμε σίγουρα πολλά, αφού δεν υπάρχει κανείς άνθρωπος που δεν έχει τέτοια.
γ. Αν θέλεις μιαν κοινωνία αλάθητη, χωρίς ατέλειες, χωρίς διαφορές και αντιθέσεις, δεν θα την βρεις, όπου και να πας. Την μιαν ημέρα μπορεί να μη συναντήσεις κάτι κακό, την άλλη οπωσδήποτε θα συναντήσεις. Έτσι είναι η κοινωνία που ζούμε.
δ. Να γίνουμε μεγαλόψυχοι. Η χάρις του Αγίου Πνεύματος δίνει μεγαλοψυχία. «Οι καρποί του Αγίου Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθοσύνη, πίστης, πραότης, εγκράτεια». «Οι του Χριστού εστάυρωσαν την σάρκα συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις...». Διότι άμα ξεσηκωθεί το πάθος είναι δύσκολο.
ε. Αναλογίζεσαι πως ενεργεί ο μισόκαλος εχθρός του ανθρώπου; Πολεμά τα πλάσματα να μην μεταλαμβάνουν, να μην εξομολογούνται. Τότε, στον παράδεισο, μας πλάνησε να φάμε από τον απαγορευμένο καρπό. Τώρα, μας βάζει να μην πλησιάζουμε στα μυστήρια της Εκκλησίας.
στ. Αν συσταυρωθούμε και συγκακοπαθήσουμε με τον Χριστό στα παθήματα, θα αναστηθούμε μαζί Του. Πάντως, πρώτα η δουλειά κι ύστερα η πληρωμή. Προηγείται πάντοτε ο κόπος πριν δοθεί ο στέφανος.
ζ. Η υποταγή έχει μεγάλη αξία. Ακόμα πιο μεγάλη το να περιμένει κανείς να μην τον υπολήπτονται.
η. Ο σατανάς μας εμποδίζει να κάμουμε το καλό. Αν τα καταφέρουμε, μας κάνει ή να το μετανιώσουμε ή να το υπερηφανευτούμε. Να κάμνουμε το καλό για δόξα και χάρη του Θεού και ωφέλεια ψυχών κι όχι για δόξα μας.
θ. Μια κανδήλα όταν δίνει και στις άλλες φως, μήπως λιγοστεύει το δικό της; Ενόσω ανάβει, έχει φως. Πολλές φορές βγαίνει και καπνός – δηλ. υπερηφάνεια – και τότε πρέπει να προσθέσουμε λάδι. Το Άγιο Πνεύμα, είναι το λάδι. Σ’ επαινεί ύστερα ο διάβολος για να υπερηφανευθείς, έτσι ώστε να μην πάρεις μισθό. Εσύ να λες «ύπαγε οπίσω μου σατανά». Όπως ο Δαυίδ, που κατά την ώρα της μετανοίας του έπασχε από τα πυρά των δαιμονικών επιθέσεων, και εβόα εξ’ όλης της ψυχής του προς τον Θεό: «Εις το βοηθησαί μοι σπεύσον... αισχυνθήτωσαν οι ζητούντες την ψυχήν μου... καταισχυνθήτωσαν οι βουλόμενοι μοι κακά... Αποστραφήτωσαν παραυτίκα αισχυνόμενοι οι λέγοντες μοι ̇ εύγε εύγε».
ι. Πρέπει να επιδιώκομε να ζούμε με μέτρο. Μέτρο στην ομιλία, στα λόγια, στις πράξεις, στις θεωρίες, σε όλα. Και η χαρά και η λύπη και η αγάπη θα πρέπει να είναι με το μέτρο τους. Μόνο στον Θεό δεν υπάρχει μέτρο. Όσο μπορούμε πρέπει να τον αγαπούμε.
ια. Τον πλησίον θα πρέπει να τον αγαπούμε «ως εαυτόν». Για την ελεημοσύνη «όσο προαιρείσαι ̇ μη εκ λύπης ή εξ’ ανάγκης». Είναι ζήτημα διάγνωσης. Κατά τους τόπους, κατά τα άτομα και κατά τον σκοπό. Βλέπεις, κι ο ίδιος ο Θεός έδωσε με μέτρο. «Ενί εκάστω εδόθη η χάρις κατά το μέτρον της δωρεάς του Χριστού».
ιβ. Όσον ταπεινωνόμαστε πλεονάζει η χάρις. Σ’ όλα τα ζητήματα πρέπει να υπάρχει λογική, μέτρο. Πολλά κάμνουμε άσκεφτα ή ένεκα του πάθους.
ιγ. Όταν θυμώνουμε προκαλείται στην ψυχή αναβρασμός. Όταν ενεργούμε νοσηρά, αδύναμα, νωχελικά, είναι δείγμα ψυχρότητας.
ιδ. Όταν ενοικήσει η χάρις του Αγίου Πνεύματος στο πλάσμα, δεν μπορούν να μπουν τα ακάθαρτα πνεύματα. Και λέει η Γραφή, ότι όταν το ακάθαρτο πνεύμα εξέλθει από τον άνθρωπο, διέρχεται «δι’ ανύδρων τόπων», ζητώντας ανάπαυση. Και «τότε λέγει ̇ εις τον οίκον μου επιστρέψω όθεν εξήλθον ̇και ελθόν ευρισκει σχολάζοντα, σεσαρωμένον και κεκοσμημένον» και παίρνει άλλα επτά δαιμόνια και έτσι γίνονται «τα έσχατα χείρονα των πρώτων». Πρέπει, λοιπόν, συνέχεια να προσέχουμε την ψυχή μας.
ιε. Κανένας δεν μπορεί να’ παινεθεί ότι δεν έχει πτώσεις... Άλλοι έχουν εκ φύσεως τις αρετές και παρόλα αυτά, κάνουν δυνατόν αγώνα για ν’ αποκτήσουν το υπέρ φύσιν, την απάθεια... Εμείς που δεν έχουμε αρετές, θέλουμε να τες αποκτήσουμε χωρίς κόπους. Όμως δεν γίνεται. Ασήμαντα πράγματα και θέλεις κόπο, ταπείνωση, χάρη. Πόσο μάλλον σ’ αυτά που είναι ζητήματα μεγάλα! Και χωρίς υπομονή, κόπο στα μικρά, δεν προχωρούμε. Χρειάζεται περισσότερη θερμή προσευχή και ταπείνωση. Με την άσκηση και με τη χάρη του Θεού, λίγα – λίγα, τα καταφέρνουμε.
ιστ. Εμείς να μην πικραίνουμε τους άλλους, ει δε μη οι άλλοι αν μας αδικήσουν και μας βλάψουν, δεν πειράζει. Γιατί, αν εμείς πικράνουμε, θα ντρεπόμαστε και το άτομο που πικράνουμε. Όλα όσα υποφέρουμε και όσα μας κάμνουν, δεν περνούν απαρατήρητα από τον Θεό και θα μας γίνουν τούτα αφορμή για ανώτερα πνευματικά χαρίσματα. Γιατί μας βοηθούν όλα όσα υποφέρουμε, στον αγώνα μας να νεκρώσουμε τα πάθη και να ταπεινωθούμε. Όταν αγωνίζεται κάποιος, θέλει να έχει δοκιμασίες, έτσι ώστε να μην ζει τα ίδια, που ουσιαστικά αποτελούν επανάληψη χωρίς νόημα.
ιζ. Συνέχεια εργάζεται ο εναντίος. Καθημερινά ούτε κοιμάται ούτε τρώει. Ο αγώνας μας είναι «προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις». Γι’ αυτό και μεις «περιζωσάμενοι την οσφύν ημών εν αλήθεια... και την μάχαιραν του Πνεύματος, ο έστι ρήμα Θεού». Αυτό που μπορούμε, όσο μπορούμε να αντιστεκόμαστε.
ιη. Όταν αποδεχθούμε μια θλιβερή κατάσταση μας, τότε αμέσως ξελαφρώνουμε. Μπορεί να μην απαλλαγούμε εντελώς, αλλά γίνεται υποφερτός ο πόνος. Να λέμε διαρκώς «πρόσθες ημίν πίστιν και χάριν».
ιθ. Ο εναντίος πολεμούσε ένα μοναχό για να τον ρίξει. Αγωνίζετο πολλά. Όλες τις μεθοδείες τις έκαμνε και δεν έμπαινε πάνω του. Τον βίαζε να φύγει από το μοναστήρι και δεν έφευγε. Του λέει ο πονηρός: «Αγωνίζεσαι και με νικάς, αλλά που θα μου πας; Σαράντα χρόνια θα ζήσεις και δεν θα σ’ αφήσω σε ησυχία, μέχρι να σε ρίξω». Άμα του είπε έτσι, σκέφτηκε ο μοναχός: «Τι να κάθομαι να τσακώνουμε μαζί του; Να πάω στο χωριό, να τακτοποιήσω και τις υποθέσεις μου έχω...». Ξεκίνησε να φύγει. «Που πάς»; του λέει ένας πατέρας. «Μετά έρχομαι», του απαντά. «Γύρισε πίσω, του λέει, κι είναι τεχνάσματα του». Υπάκουσε και γύρισε πίσω και είπε: «Εδώ θα μείνω μέχρι να πεθάνω».
κ. Δεν πιστεύω να βρεθεί πλάσμα μέσα στον κόσμο, που να τα έχει όλα, να μην δοκιμάζεται, να μην έχει ένα σταυρό να σηκώσει.
κα. Όταν μείνει μέσα μας μια αντιπάθεια, ένα θύμωμα, μια αποστροφή, ένα παράπονο, μοιάζει με το σπίτι, που όταν μείνει απεριποίητο πιάνει κονιορτό, θαμπώνουν τα γυαλιά, η αυλή γεμίζει αγκάθια, λερώματα. Ακόμα και ν’ ανοίξεις, φοβάσαι να μπεις μέσα. Πρέπει να καθαρίζουμε κάθε μέρα, γιατί ο εναντίος φέρνει εμπόδια και το σπίτι της ψυχής μας το κάνει δικό του. Όταν θέλει να κάμει φωλιά ο εναντίος, φέρνει ένα άχυρο, λίγο πηλό κ.αλ. Αν του τα ρίχνουμε κάθε μέρα εκείνα που φέρνει, δεν θα κτίσει τη φωλιά. Ή ακόμα, άμα του σπάσουμε τ’ αυγά, πουλάκια δεν θα κάμει...
κβ. Στον ουράνιο πόλεμο υπάρχουν δυο θελήσεις ενάντιες: η μια του λογικού και η άλλη των αισθήσεων, η κατωτέρα, που είναι άλογος θέληση, ορέξεως σαρκός και πάθους. Με την ανωτέρα θέλουμε όλο τα καλά ̇ με την κατωτέρα, όλα τα κακά. Επαληθεύεται εκείνο του αποστόλου Παύλου: «Βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου και αιχμαλωτίζοντα με εν τω νόμω της αμαρτίας τω όντι εν τοις μέλεσί μου. Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος ̇ τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου», «Ου γάρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ’ ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω».
κγ. Η πιο συμφέρουσα ημέρα είναι εκείνη που υποφέρουμε πιο πολύ. Άμα δεν υποφέρουμε, μοιάζουμε μ’ εκείνον που άνοιξε το μαγαζί του και κανένας δεν ήρθε να ψωνίσει... Έπαθλον παίρνουν όχι οι θεατές, αλλά οι αθλητές που αθλούνται νομίμως.
κδ. Πρέπει να πνίγουμε κάμποσα μέσα μας, κάμποσα να χωνεύουμε... Αν πιάσουμε τελειότητες και αλάθητα, δεν πιστεύω να βρεθούν πολλοί άμεμπτοι. Να ευχαριστηθούμε με ότι είμαστε, για να ΄ρθει η ευτυχία. Μην κοιτάζουμε τους άλλους, γιατί κι εκείνοι έχουν προβλήματα που δεν τα ξέρουμε.
κε. «Στείλε τον Λάζαρο να πει στ’ αδέλφια μου να μετανοήσουν», είπε ο πλούσιος. Αυτά προ της κρίσεως. Και η μάνα που πέθανε και βλέπει τα παιδιά της να παραστρατούν, να αμαρτάνουν, λυπάται. Αλλά μετά την κρίση, όχι. «Ου φόβος, ου λύπη, ου στεναγμός», αλλά χαρά και φως. Όπως όταν εμείς έχουμε αναμμένα φώτα, δεν μπορούμε να δούμε προς τα έξω, που είναι σκοτάδι, ενώ οι έξω στο σκοτάδι, μας βλέπουν, έτσι και στον χώρο του Παραδείσου.
κστ. Πολλές φορές γυρεύομε να γίνουμε δικαιότεροι του Θεού, να μην μείνει κανένας έξω από τον Παράδεισο. Μα έτσι δεν θα υπάρχει ούτε αγώνας ούτε εγκράτεια.
κζ. Όταν θεωρούμε τα πνευματικά δύσκολα, ακατόρθωτα, είναι γιατί δεν προσπαθήσαμε. Ο Θεός βοηθά.
κη. Κάθε τι που κάμνουμε να βάζουμε τον Χριστό μπροστά κι εμείς πίσω. Κι όχι εμείς μπροστά και πίσω ο Χριστός. Ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν νίκησε έτσι, νίκησε μόνο με τον Σταυρό μπροστά.
κθ. Κάθε τι που κάμνουμε να γίνεται προς δόξα Θεού και ωφέλεια ψυχών. Να μην σπαταλώνται οι ώρες, οι μέρες, αλλά να χρησιμοποιούνται για να υμνείται ο Θεός και να αναπαύονται οι ψυχές των συνανθρώπων μας.
λ. Από τον κόσμο αυτό δεν πέρασε κανένας απείρακτος. Όποιος υποφέρει έχει μισθό.
Από το βιβλίο ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ, έκδοση του Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίας Τριάδος, Λυθροδόντας - Κύπρος. τηλ. 00357-99607871