Δυο μάτια δακρυσμένα αγάπησα,
δυο μάτια
πονεμένα,
τα είδα πάνω
στο Σταυρό
πόσο ήταν
παραπονεμένα.
* * *
Tα είδα να με κοιτούν γλυκά
μεσ’ την ψυχή
μου τόσο
βαθιά
και να μου
λένε μυστικά
πόσο Εκείνος
μ’ αγαπά.
* * *
Mε κοιτούσαν τόσο τρυφερά
που μου
κερδίσαν την καρδιά.
Κρύβανε
λαχτάρα ζηλευτή
για την
ταλαίπωρή μου τη ψυχή.
* * *
Λες και περίμεναν υπομονετικά
να τους ειπώ
τραγουδιστά,
πόσο κι εγώ
θε ν’ αγαπώ
τον Βασιλιά
ετούτο τον γλυκό.
* * *
Κι εγώ τα χείλη μου έσμιξα
στα πόδια
Του επάνω
εκεί που δυο
καρφιά μεγάλα μου ΄λεγαν
<<Παιδί
μου, σ’ αγαπάω>>!
* * *
Έσμιξα με το φιλί
δυο δάκρυα
πονεμένα,
γιατί είμαι
γώ που τα καρφιά
του ΄μπηξα
λαθεμένα.
* * *
Αμαρτίες βλέπεις θέλησα,
αντί στοργής
και χάδι
να προσφέρω
ο δυστυχής
σ’ Αυτόν που
είναι η Αγάπη.
* * *
Πόνεσα στη θλίψη Του
και στον
βουβό τον πόνο,
κι έκαμα
ευχή ο ταπεινός,
λάθος μεγάλο
εν γνώσει μου
ποτέ μην
ξανακάνω.
* * *
Φως μου,
τα
καταγάλανα Σου μάτια τα γλυκά,
σαν τη
πλατιά ωραία θάλασσα
απέραντα
τρυφερά,
κάνε να
βλέπω μόνο αυτά παντοτινά.