Ήταν Γενάρης του 1996, Κυριακή ξημερώματα, βλέπω στον ύπνο μου ότι ήμουν σε μια μεγάλη εκκλησία πλούσια σε χρυσό και γεμάτη φώτα και κόσμο μιας και έξω είχε παρέλαση. Μια κοπέλα μου λεει πως πρέπει να πάμε να προσκυνήσουμε γιατι η μητέρα μιας φίλης μας πέθανε.. Περίμενα στην σειρά και ότι έφτασα μπροστά είδα πως αντι για φέρετρο υπήρχε μία όρθια λάρνακα απο γυαλί και
μέσα ήταν ένας ψηλός άνδρας, νεαρής ηλικίας μιας και η γενιάδα του ήταν μαύρη ,αδύνατος, με άμφια και περιδέραια που φοράνε οι μητροπολίτες. Φόραγε ένα μαυρο καπέλο αρχιερατικό με κεντημένο ένα κόκκινο σταυρό πάνω, φαινόταν ολοζώντανος σαν να κοιμάται.. Προσκύνησα αποριμένη μιας και περίμενα να δω την μητέρα της φίλης μου, στο τζάμι είδα ενα μικρο χαρτάκι κολλημένο το οποίο έλεγε ¨ΕΦΡΑΙΜ¨. Το άλλο πρωι ξύπνησα απορημένη μιας και αναρωτιώμουν ποιος ήταν αυτός που είδα, δεν ξαναείχα ακούσει αυτο το όνομα και μου φαινόταν περίεργο. Ρώτησα την γιαγιά μου εαν υπάρχει Αγιος ή Οσιος Εφραήμ και μου απάντησε με στόμφο ΕΦΡΑΙΜ, βεβαιως και υπάρχει.. Ενιωσα μια ανατριχίλα, πως μου εμφανιστηκε ενω ούτε καν τον γνωρίζα, ούτε τον μελέτησα ποτε. Τις επόμενες μέρες ρώτησα μια συνάδελφο μου, ή οποία ήταν πολύ θρήσκα και πήγαινε κάθε Κυριακή σε μοναστήρια. Μου είπε που βρισκόταν το λείψανο του Αγίου και άρχισε να μου λέει τα χαρακτηριστικά του και τον βίο του, με μεγάλη έκπληξη διαπίστωσα πως τα χαρακτηριστικά του ήταν ίδια με αυτα που είχα δει στο ονειρο μου. Η συνάδελφος μου τόνισε ότι πρέπει να πάω στο μοναστήρι αλλα λόγω δουλειάς το αμέλησα. Μετά απο 2 μήνες μια Κυριακη περίμενα το λεωφορείο για να παω στην γιαγια μου και σκεφτόμουν ότι αμέλησα να πάω στον Αγιο Εφραιμ, ξαφνικά βλέπω ενα ταξι και το σταματάω για να πάω πιο γρήγορα, με το που μπαινω μέσα το μάτι μου έπεσε σε μια εικόνα που είχε ο ταξιτζής ενος Αγίου που πρώτη φορά έβλεπα αυτη την εικόνα αλλα το πρόσωπο μου ήταν γνωστό.. Τον ρώτησα δειλα.. αυτός ο Αγιος εκεί είναι ο Αγιος Εφραιμ? Ο ταξιτζης απάντησε θετικά και άρχιζε να μου λέει ποσο καλός και θαυματουργός είναι ο Αγιος. Μετά απο 1 μήνα και αφου πάλι δεν είχα πάει στο μοναστήρι, σχολώντας απο την εργασία μου αντι να πάρω το λεωφορείο όπως έκανα συνήθως προτίμησα να περπατήσω.. Στον δρόμο μου βρήκα μια εκκλησία ή οποία ήταν ανοιχτή μες στο μεσημέρι μιας και μετά θα είχε κάποια κηδεία, εκει θυμήθηκα πάλι τον Αγιο και στεναχωρέθηκα που το αμέλησα, μπηκα να ανάψω ένα κεράκι.. Μαντέψτε ποιανου την εικόνα είχαν μπροστά μπροστα και είδα!.. Το Αγιου Εφραιμ! Ε.. αυτο ήταν μετά απο λίγες μέρες αξιώθηκα και πήγα στο μοναστήρι..Η χαρά μου ήταν απερίγραπτη..η καρδιά μου χτύπαγε σαν τρελή.. Με το που μπήκα στο προάυλιο μια γαλήνη πλημμύρισε την ψυχή μου. Είχα την μεγάλη τυχη και ευχαριστώ τον Αγιο που κατάφερα και συνάντησα και μίλησα για πρώτη και δυστυχώς τελευταία φορά με την Γερόντισσα Μακαρία, μια καταπληκτική γυναίκα που μόλις τις είπα για τα γεγονότα που μου είχαν συμβει έκλαιγε αλλα και γέλαγε σαν παιδί. Χαιρόταν που ο Αγιος μου είχε φανερωθεί, όταν την ΄ρωτησα γιατί σε εμένα αφου δεν τον ήξερα και ότι εγώ είχα μεγάλη αγαπη στην Παναγία, μου απάντησε πως ο Αγιος Εφραιμ είναι ένας απο τους αγαπημένους Αγίους της. Απο τότε τον έχω επισκεπτεί πολλές φορές και προσευχομαι σε αυτόν. Τον ευχαριστώ γιατί πολλές φορές μου έχει εμφανιστεί στον ύπνο μου για να με προειδοποιήσει για κάτι κακό που πλησιάζει.. Δεν θα ξεχάσω ποτε το παρακάτω.. Ένα πρωι παιρνω ενα ταξί για να πάω στην δουλειά μου, μέσα είχε μια εικόνα του Αγιου Εφραιμ και πιάσαμε κουβέντα με τον ταξιτζη, ήμουν στεναχωρημένη με κάποια γεγονότα που μου ειχαν συμβεί και ξαφνικα αλλάζει η φωνη του ταξιτζή και αρχιζει να μου λεει την ιστορια ενος γνωστού του και κάποιες συμβουλες ακριβως για το προβλημα μου ( εγω δεν ειχα αναφέρει λεπτομέρειες για το προβλημα ).. Τον κοίταξα τον ταξιτζη και χαμογέλα.. Βαλτός εισαι του λέω? Εσύ τα λες ή Ο Αγιος? Και μου απαντάει σοβαρά εκείνη την ώρα " Ο Αγιος ". Κοκάλωσα, το ίδιο έκανε και ο ταξιτζης όπου ο τονος της φωνης του ξαναέγινε όπως ήταν στην αρχη......
Μαρία - Πειραιάς
ΠΩΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ ΜΟΥ ΜΑΡΙΟY
Ήταν το καλοκαίρι του 1995. Ο Μάριος και εγώ ζούσαμε στην Αθήνα. Μας απασχολούσε και τους δύο μια μεγάλη εταιρεία της Θεσσαλονίκης στον τομέα των ζαχαρωδών προϊόντων και είχαμε αναλάβει το στήσιμο των καταστημάτων και την προώθηση των προϊόντων της σε Πανελλήνια βάση.O Μάριος και εγώ είχαμε γνωριστεί στη Θεσσαλονίκη κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Οικονομικός μετανάστης από τη Αλβανία είχε έλθει το 1993 στην Ελλάδα για αναζήτηση μιας καλλίτερης τύχης αφού περπάτησε 11 μέρες μέσα από τα βουνά.Τότε ήταν που γνωρίσαμε με την βοήθεια ενός καλού μας φίλου τον ΄Άγιο της Μάκρης.Καλή του ώρα του Περικλή όπου και αν βρίσκεται του χρωστάω πολλά που μου έκανε αυτή την μεγάλη πνευματική γνωριμία. Ένα τεράστιο δώρο ζωής. Πήγαμε στο μοναστήρι για να προσευχηθούμε για τον φίλο μου τον Περικλή που αντιμετώπιζε και αυτός ένα μεγάλο πρόβλημα και εκεί έγινε η δική μου πνευματική Ανάσταση. Παρ' όλο που η δουλεία μας ήταν καλή και κερδίζαμε αρκετά χρήματα τα χρέη μου από την παλιά μου επιχείρηση δεν φαινόταν να τελειώνουν .
Ο Μάριος όταν συγκεντρώνονταν ένα σοβαρό ποσό ερχόταν στη Θεσσαλονίκη πλήρωνε κάποια από αυτά και μετά ερχόταν ξανά στην Αθήνα και συνεχίζαμε πάλι.Αγαπιόμασταν με πολύ και με ειλικρινή αγάπη και παρ όλη την μεγάλη διαφορά ηλικίας που μας χώριζε είχαμε τεράστιο δέσιμο και τεράστιο ενδιαφέρον ο ένας για τον άλλο. Μια αγάπη που δύσκολα μπορεί να βιώσει κανείς στις μέρες μας και που όλοι θα ήθελαν να ζήσουν. Μια αγάπη με αυτοθυσία ειλικρίνεια και καλοσύνη . Μια σπάνια αγάπη.Ώσπου μια μέρα σε κάποιο από τα ταξίδια του Μάριου στη Θεσσαλονίκη για να πληρώσει κάποιο χρέος ο Μάριος δεν ξαναγύρισε στην Αθήνα. Aφού πλήρωσε το χρέος έφυγε στην συνέχεια στην Αλβανία και από εκεί ξαφνικά και χωρίς να μου έχει πει τίποτε βρέθηκε στην Ελβετία με έναν εξάδελφο του, από όπου μου τηλεφώνησε για να μου ανακοινώσει ότι θα ξαναγύριζε πίσω μόνο όταν θα συμπλήρωνε όλο το ποσό που εγώ χρωστούσα στο Δημόσιο για να με βοηθήσει να πληρώσω τα χρέη μου.
Η δουλεία που είχε βρει για να το κάνει αυτό ήταν και επικίνδυνη και παράνομη. Όταν μου τηλεφώνησε και μου είπε τι είχε σκοπό να κάνει και που είχε μπλέξει άρχισα να ουρλιάζω στο τηλέφωνο και να τον παρακαλώ με δάκρια να γυρίσει πίσω. Τίποτε δεν άξιζε τόσο μεγάλη θυσία ούτε καν η ζωή μου. Του είπα πως θα πέθαινα αν έκανε κάτι τέτοιο και πως τίποτε στον κόσμο δεν άξιζε περισσότερο από την ζωή του που εκείνη τη στιγμή θυσίαζε για να βοηθήσει εμένα. Του είπα πως η απόφαση του αυτή να κάνει μια τόσο επικίνδυνη και παράνομη δουλειά, που ούτε στο χαρακτήρα ούτε στο ήθος του ταίριαζε και βέβαια ούτε και στο δικό μου, θα με σκότωνε. Όμως ότι και να του έλεγα δεν τον έπειθα με τίποτε. Σε κάποια στιγμή μου τηλεφώνησε πάλι και μου είπε πώς στο σπίτι που τον φιλοξενούσε στην Ελβετία άνοιξε ένα ντουλάπι και βρήκε μέσα όπλα κάθε είδους. Με έπιασε πανικός και τρόμος. Αν ήξερα που ήταν θα έφευγα αμέσως για Ελβετία για να τον σταματήσω και να τον φέρω πίσω. Ήξερα πλέον ότι είχε μπλέξει πολύ άσχημα. Ήξερα πως εκεί που είχε πάει ήταν με ανθρώπους αδίστακτους, με ανθρώπους που δεν αστειεύονταν. Μέναμε στην Γλυφάδα.
Το αεροδρόμιο ήταν 10 λεπτά από το σπίτι μας όμως και να τα κατάφερνα να βρω εισιτήριο και να πάω στην Ελβετία δεν μου έλεγε που ήταν. Δεν ήξερα που να πάω . Έπρεπε ο ίδιος να πειστεί να γυρίσει πίσω αν βέβαια μπορούσε να γυρίσει πίσω μετά από όσα είχε δει και είχε μάθει. Τα παρακάλια μου και οι απειλές μου πώς ποτέ δεν θα δεχόμουν αυτά χρήματα που ήθελε να βγάλει με κίνδυνο της ζωής του δεν φαινόταν αρκετά για να σταματήσουν την απόφαση του. Τόσο πολύ με αγαπούσε που φαινόταν διατεθειμένος να θυσιαστεί για μένα. Τι λέω διατεθειμένος, ήταν αποφασισμένος! Απελπίστηκα και τότε σκέφτηκα τον Άγιο της Νέας Μάκρης, τον Άγιο Έφραίμ.
Πήρα το αυτοκίνητο μου και έτρεξα με αγωνία να τον παρακαλέσω να με λυπηθεί και να γυρίσει πίσω τον αγαπημένο μου. Ήξερα πως θα το κάνει το πίστευα με όλο μου το είναι, ήταν η τελευταία μου ελπίδα. Πήγα στο μοναστήρι απόγευμα λίγο πριν κλείσει, έσκυψα στο Άγιο του λείψανο και έκλαψα με σπαραγμό. Τα δάκρια μου πλημμύρισαν το πρόσωπο μου και την Αγια λειψανοθήκη ολόγυρα. Τον ικέτεψα με όλη την δύναμη της ψυχής μου. Κατέθεσα εκεί όλη μου την πίστη και την αγάπη μου σε Αυτόν. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνες τις στιγμές. Έκλαιγα σαν μωρό παιδί και τον παρακαλούσα όπως ένα παιδί τον πατέρα του. Και Εκείνος με άκουσε . Το ήξερε και ο Άγιος μου ότι ο Μάριος κινδύνευε κα τον γύρισε πίσω σε τρεις μέρες!!!! Όσο και αν φαίνεται απίστευτο Τον γύρισε πίσω σε τρεις μέρες. Αυτό είναι το μεγαλείο της προσευχής και του Γοργοϋπήκου 'Αγίου Εφραίμ. Τόσο Γρήγορος και Θαυματουργός είναι. Το θαύμα το έκανε και ο Μάριος είχε ξεκινήσει ήδη το ταξίδι της επιστροφής. Μια περιπετειώδης και επικίνδυνη επιστροφή που θα την θυμόμαστε μια ζωή. Όμως γύρισε πίσω και αυτό έχει σημασία. Μέχρι εδώ η ιστορία μοιάζει απλή και συνηθισμένη.
Έτσι θα ήταν αν δεν υπήρχε η εξής συνέχεια: Μία εβδομάδα αφ ότου έφυγε ο Μάριος από το σπίτι στην Ελβετία και από τους ανθρώπους που είχε μπλέξει κάποιοι άλλοι Αλβανοί, αντίπαλων συμφερόντων, σκότωσαν μέχρις ενός όλους τους παρ' ολίγον συντρόφους του Μάριου. Ξεκαθάρισμα συμμοριών είπαν. Ο Μάριος θα ήταν μέσα σε αυτούς που σκοτώθηκαν αν δεν είχε μιλήσει ο Άγιος στην καρδία του και δεν τον γύριζε πίσω. Ο Μάριος θα είχε σκοτωθεί από το καλοκαίρι του 1995 αν ο Άγιος δεν με είχε λυπηθεί και δεν του είχε σώσει την ζωή. Δεν υπάρχουν λόγια για να Τον ευχαριστήσω για το καλό που μας έκανε. Ποτέ δεν θα υπάρξουν λόγια η και πράξεις αρκετές για να Τον ευχαριστήσω. Όμως από τότε ζω για να Τον δοξάζω, να Τον πιστεύω και να Τον αγαπώ. Όμως η ιστορία δεν τελειώνει εδώ! Μόλις γύρισε ο Μάριος πήγαμε μαζί στο μοναστήρι για να Τον ευχαριστήσουμε για την σωτηρία της ζωής του. Εδώ ο Άγιος ξανάβαλε το χέρι Του για να μας δείξει, να μας επιβεβαιώσει πως ήταν κοντά μας και μας προστάτευε. Ο Μάριος λίγες μέρες μετά την σωτηρία της ζωής του κέρδισε στο λόττο 1 εκατομμύριο δραχμές.
Ήταν η επιβεβαίωση πως ο Άγιος ήταν κοντά μας και πώς όλα μας τα παρείχε και για όλα φρόντιζε για μας. Ποτέ δεν θα ξεχάσω αυτό το μέγα θαύμα ως το τέλος της ζωής μου. Έχω διαβάσει πολλά από τα θαύματα του και έχω συγκλονιστεί. Όμως άλλο να διαβάζεις και άλλο να έχεις ο ίδιος βιώσει κάτι σαν και αυτό που ζήσαμε εγώ και ο αγαπημένος μου. Δοξασμένος να είσαι Άγιε μου στους αιώνες και να βοηθάς εμάς τους ανάξιους δούλους σου. Έχεις την Αγάπη και το θείο χάρισμα από τον Χριστό μας να κάνεις μεγάλα θαύματα εκεί που όλα μοιάζουν πως έχουν χαθεί. Ευτυχισμένος ο κάθε άνθρωπος που έχει την τύχη να πιστέψει στην χάρη Σου. Αληθινά πλούσια τα ελέη του Μεγαλοδύναμου Θεού στον κάθε πιστό Χριστιανό και στις ανάγκες της καθημερινότητας του. Ευλογημένο το Άγιο όρος των Αμμώμων, αληθινά τόπος ιερός και ευλογημένος. Καταφύγιο και προστασία για τον κάθε Χριστιανό που δοκιμάζεται στην ζωή. Ο Μάριος και εγώ, ειδικά εγώ, δεν θα ξεχάσουμε ποτέ αυτή την μεγάλη βοήθεια που μας έδωσες Άγιε μου.
Σε κάθε μεγάλο μας πρόβλημα και δυσκολία τον επικαλούμαστε για να μας βοηθήσει. Έχουμε δοκιμαστεί πολύ αλλά η αγάπη μας δεν έσβησε ποτέ και ούτε ποτέ θα σβήσει. Ζήσαμε μαζί 14 περίπου χρόνια μακάρι όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο αυτό να γνωρίσουν μια αγάπη σαν την δική μας. Με πόνο ψυχής και πραγματική αλληλεγγύη και συντροφικότητα. Προστάτευε ο ένας τον άλλο, βοηθούσε ο ένας τον άλλο σεβόταν ο ένας τον άλλο και οι δυο αγαπούμε και τιμούμε τον Άγιο της Μάκρης γιατί με το θέλημα Του ζήσαμε 14 χρόνια μαζί. Γιατί ήταν η δική Του βοήθεια που του έσωσε την ζωή και τον γύρισε πίσω κοντά μου. Προσεύχομαι στην χάρη Του να μας έχει πάντα καλά και πάντα κάτω από την προστασία Του. Πιστεύω ακλόνητα στην Δύναμη Του πως θα μας έχει πάντα μαζί και πάντα ευτυχισμένους. Μας το έχει αποδείξει άλλωστε με το Μεγάλο Του θαύμα πως μας θέλει μαζί. Ακόμη και τώρα που η ζωή μας έφερε μια μεγάλη δοκιμασία δεν έχουμε παύσει να αγαπιόμαστε και να πονάμε ο ένας για τον άλλο. Τον πιστεύει Το σέβεται και Τον αγαπά όσο και εγώ.
Άγιε και προστάτη μας σκέπε φρούρει επίβλεψον τους ταπεινούς σου δούλους ίνα κατά χρέος και πίστη αιώνια Σε δοξολογούμε. ΑΜΗΝ.
Πριν 5 χρόνια περίπου, δεν θυμάμαι ακριβώς πότε, είδα ένα όνειρο τόσο "ζωντανό" που δεν πρόκειται να το ξεχάσω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου. Εχω άλλα 3 αδέρφια αλλά στον μικρότερο έχω ιδιαίτερη αδυναμία καθ'οτι τον έχω μεγαλώσει εγώ. Να διευκρινήσω εξ' αρχής ότι το όλο θέμα της θρησκείας, εκκλησίας, αγίων κ.λπ. το έβλεπα κάπως αποστασιοποιημένα και αδιάφορα θα έλεγα.
Άγιε και προστάτη μας σκέπε φρούρει επίβλεψον τους ταπεινούς σου δούλους ίνα κατά χρέος και πίστη αιώνια Σε δοξολογούμε. ΑΜΗΝ.
Με ευγνωμοσύνη
Ετσι λοιπόν στο όνειρο αυτό βλέπω πως βρισκόμαστε (εγώ και ο αδερφός μου ο Γιώργος) σε ένα χώρο εκτός σπιτιού και ξαφνικά γίνεται ένας μεγάλος σεισμός. Σχίζεται η γη στα δύο και "καταπίνει" στην κυριολεξία τον μικρό αδερφό μου. Τον κοιτάζω και δεν μπορώ να κάνω απολύτως τίποτε. Τότε επικαλούμε την Παναγία μας και της λέω: "Παναγία μου, φέρε μου τον αδερφό μου πίσω, σε παρακαλώ", την ικετεύω. Και εκεί που χάνετε από τα μάτια μου ο αδερφός μου μέσα στην γη, εμφανίζεται μπροστά μου μια γυναικεία λευκή φιγούρα σαν σκιά (ήταν η Παναγία) και μου λέει: "Δεν θα στον φέρω εγώ τον αδερφό σου πίσω, αλλά αυτός", και απλώνοντας το χέρι της μου δείχνει έναν ψιλόλιχνο καλόγερο με μαύρη γενειάδα και σκούρα ράσα (όχι μαύρα) που κρατούσε κάτι στο χέρι του και έλαμπε αυτό το κάτι. Σάστισα και την ρώτησα: "Ποιός είναι αυτός Παναγία μου" και εκείνη μου απάντησε: είναι ο Αγιος Εφραίμ. Δεν είχα ξαναακούσει ποτέ αυτό το όνομα. Γύρισα στον Αγιο Εφραίμ και του είπα: Αγιε μου Εφραίμ, φέρε πίσω τον αδερφό μου, τον αδερφό μου και εγώ ότι μου ζητήσεις θα στο φέρω. Υπέθεσα ότι αυτό που κρατούσε στο χέρι του και έλαμπε ήταν για να μου δείξει ότι μου ζητάει κάτι χρυσό σε αντάλλαγμα και του είπα: Χρυσό θέλεις Αγιε μου, θα στο φέρω, θα στο φέρω αρκεί να μου φέρεις τον αδερφό μου πίσω. Τότε ξαφνικά ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος και από τα έγκατα της γης εμφανίστηκε μέσα σε ένα συννεφο σκόνης, ζωντανός ο αδερφός μου ο Γιώργος, γεμάτος χώματα τα οποία τίναζε με τα χέρια του. Ηταν ζωντανός. Απότομα ξύνπνησα από αυτό ο όνειρο που ήταν εφιάλτης αλλά περιέργως δεν με τρόμαξε. Καθόλη την διάρκεια της μέρας με απασχολησε έντονα το όνειρο αυτό και ρωτώντας συναδέλφους μου στο γραφείο έμαθα για τον Αγίου Εφραιμ καθώς και την ύπαρξη μοναστηριού στην περιοχή της Νέας Μάκρης. Το συζήτησα με την οικογένεια μου η οποία μένει εκτός Αθηνών και κανονίσαμε οτι με την πρώτη επίσκεψή τους στην Αθήνα θα πάμε όλοι μαζί στο μοναστήρι αυτό. Πράγματι έτσι και έγινε. Με το που φτάσαμε στο μοναστήρι είχε τόσο κόσμο αλλά όλοι αισθανθήκαμε ένα δέος και μια ηρεμία του νου που θα μας μείνει αξέχαστη. Μόλις είδα για πρώτη φορά την εικόνα του Αγιου Εφραίμ έπαθα το πρώτο σοκ γιατί έτσι τον είχα δει στο ονειρό μου, ψιλό, αδύνατο, με σκούρο ράσο και αυτό που κρατούσε στο χέρι και έλαμπε ήταν φως. Το δεύτερο σοκ το έπαθα λίγα λεπτά αργότερα όταν μέσα στον τόσο κόσμο είδα έναν ιερέα να πλησιάζει εμένα και τον αδερφό μου τον Γιώργο και να μας ρωτά τί μας έκανε να πάμε στον Αγιο Εφραίμ. Με συγκίνηση του περιέγραψα το ονειρό μου και και τον ρώτησα τί πρέπει να δώσω στον Αγιο. Τότε ο ιερέας μου είπε: "Ο Αγιος δεν θέλει ούτε χρυσάφια, ούτε ασήμια", θέλει να τον τιμάται με την παρουσία σας. Από δω και στο εξής ο αδερφός σου έχει προστάτη τον Αγιο Εφραιμ και κοιτάζοντας τον αδερφό μου τον σταύρωσε με το λάδι του Αγιου. Του είπε κατ'ιδίαν να επικαλείτε το ονομα του Αγίου στις όποιες δυσκολίες του και αυτός θα τον προστατεύει πάντα. Από τότε πηγαίνουμε στο μοναστήρι του Αγίου Εφραίμ κάθε χρόνο και προσωπικά μετά από αυτό έχω πεισθεί ότι σίγουρα κάτι υπάρχει.........
Δήμητρα Γιαννοπούλου
Αθήνα
Ήταν απόγευμα, ένα από τα συνηθισμένα πολυτάραχα απογεύματα στο κέντρο της Αθήνας. Ο κόσμος ουρά στην στάση της Ομονοίας των ΤΑΞΙ.
- Κουκάκι, παρακαλώ!… – Ευχαρίστως, του απαντώ• και αυτός ήταν όλος ο διάλογος μέχρι τέλους της διαδρομής, διότι το ύφος και ο τρόπος δεν άφηνε κανένα περιθώριο συζητήσεως. Στο ύψος του Αγίου Ιωάννου (Γαργαρέτας) και επί της οδού Βεΐκου κατέβηκε, και λίγα μέτρα πιο κάτω ένα άλλο χέρι με το χαρακτηριστικό νεύμα με σταματάει.
Ήταν νεαρός ο καινούργιος μου επιβάτης 25-27 ετών περίπου, μετρίου αναστήματος και κρατούσε μια βαλίτσα. Τοποθετώντας εγώ ταπράγματα του στο «πόρτ-μπαγκάζ», ο νεαρός κάθησε στην θέση του συνοδηγού.
Και με μια ποιητική έκφραση, που σπάνια χρησιμοποιούσα κατά το παρελθόν: «Σαν Βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη, ναύχεσαι ναναι μακρύς ο δρόμος σου, μεγάλο το ταξίδι», υπονοούσα: «για που πάμε;»
- Ναι, φίλε μου, για την Ιθάκη, όμως όχι για το νησί, όπως θα φαντάστηκες, άλλα για το αποτοξινωτικό κέντρο «Ιθάκη»…, ήταν η απάντησις που για λίγα δευτερόλεπτα με άφησε άναυδο.
- Στον σταθμό Λαρίσης στα τραίνα, παρακαλώ…, συμπληρώνει:
Ήταν αναπάντεχη πράγματι η απάντησις του νεαρού επιβάτου μου, διότι τίποτε από τα εξωτερικά του γνωρίσματα (ματιά, ύφος, ενδυμασία, συμπεριφορά) δεν πρόδιδε το επάρατο πάθος της ναρκομανίας του. Ένα πλήθος συναισθημάτων, (πόνου, λύπης, συμπάθειας, αγάπης…), διαδέχονταν το ένα το άλλο μέσα μου, ένα δυνατό σφίξιμο στην καρδιά μου που την έκανε να κινείται άτακτα μέσα στα στήθος μου, ένα δάκρυ κύλησε στα μαγουλά μου για το κατάντημα του αδελφού μου, για το πλάσμα του Θεού μου. Προσπάθησα να συγκρατηθώ, διότι ήθελα και να μάθω κάτω από τι συνθήκες έφθασε εκεί πού έφθασε, επειδή είμαι και εγώ πατέρας με παιδιά στα πρόθυρα της εφηβείας.
Αφού αλληλοσυστηθήκαμε, παρακάλεσα τον Παύλο, αν δεν του έκανε κακό το φρεσκάρισμα τέτοιων γεγονότων και αν δεν τον εκούραζε, να μου έλεγε λίγα πράγματα γύρω από τη ζωή του και από το πάθος του.
Με προθυμία ανταποκρίθηκε στην παράκληση μου και τον ευχαριστώ.
«Κατ’ αρχήν έχω να πάρω δύο μήνες απ’ αυτό το δηλητήριο και νοιώθω όπως όλοι οι άνθρωποι οι φυσιολογικοί. Δεν έχω καμμία επιθυμία για να το ξαναβάλω στο αίμα μου και αυτό το οφείλω όχι σε κάποια προσπάθεια δική μου, άλλα εξ ολοκλήρου στην θαυμαστή δύναμη του Θεού και των Αγίων Του. αλλά ας σου τα πω απ’ την αρχή αφού τόσο πολύ το θέλεις.
Γεννήθηκα και μέχρις οκτώ ετών μεγάλωσα στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Κουκάκι εκεί που με πήρες. Είμαι μοναχοπαίδι και οι γονείς μου με αγαπούν παθολογικά, χωρίς να μου χαλούν κανένα χατίρι. Σε ηλικία λοιπόν οκτώ ετών, μαζί με τους γονείς μου εφύγαμε για την Αμερική για καλύτερη ζωή.
Οι γονείς μου με τη βοήθεια των συγγενών μου εκεί έπιασαν δουλειά και εγώ επήγαινα στο σχολείο.
Μεγαλώνοντας όμως μεγάλωναν μαζί μου και οι παράλογες επιθυμίες μου και τα “βίτσια” μου. Έμπλεξα λόγω χαρακτήρος εύκολα με άσχημες παρέες και πολύ γρήγορα δοκίμασα την μαριχουάνα και το χασίς. Περνώντας ο καιρός και τα χρόνια δε με ικανοποιούσαν τα ελαφρά ναρκωτικά ούτε εμένα ούτε και την παρέα μου. Το ρίξαμε λοιπόν όλοι στα σκληρά ναρκωτικά, που τα βρίσκαμε στο ίδιο περιβάλλον και με την ίδια ευκολία, όπως και τα ελαφρά. Αυτά όμως ήταν ακριβά κι’ εγώ δεν εργαζόμουν. Στην αρχή έκλεβα από τις τσέπες και τα πορτοφόλια των γονιών μου. Όταν όμως με τον καιρό είχα ανάγκη από μεγαλύτερες δόσεις και σε σημείο που έγινα αντιληπτός από τους γονείς μου, τότε μέχρι και που τους έδερνα για να τους τα παίρνω. Η κατάστασή μου ήταν δραματική το καταλάβαινα, άλλα δεν μπορούσα να κάνω πίσω με τίποτα. Οι γονείς μου με έτρεχαν σε γιατρούς και σε ψυχολόγους μήπως καταφέρουν κάτι, άλλα τίποτε, κανένα φως από πουθενά, μερικοί και μάλιστα διακεκριμένοι επιστήμονες τους έλεγαν, ότι αν δεν αλλάξω σύντομα περιβάλλον, λίγος είναι ό καιρός της ζωής μου.
Στο διάστημα αυτό και καθώς ήμουν μόνος μου στο σπίτι σε κατάσταση απελπισίας, εμφανίζεται μπροστά μου ένας παράξενος επισκέπτης πού για πρώτη φορά τον έβλεπα. Ήταν μέτριος στο ανάστημα, είχε στρογγυλά και πολύ μεγάλα μάτια πού περιστρεφόντουσαν, είχε μαύρο και δασύ τρίχωμα, του οποίου το μήκος θα ξεπερνούσε τα δεκαπέντε εκατοστά. Επίσης είχε κέρατα και ουρά. Είχε μία τρανταχτή σταθερή φωνή και φοβερή πειθώ που δεν σου άφηνε περιθώρια για αντιρρήσεις.
Άρχισε να απαριθμεί την ζωή μου από τότε που γεννήθηκα μέχρι εκείνη την στιγμή με κάθε λεπτομέρεια κι’ εγώ απλώς έλεγα: “Ναι”. – Όλα τα έχεις απολαύσει, μου λέει στο τέλος, τίποτα δεν σου μένει πια, παρά ναρθής μαζί μου… Του απαντώ. “Πώς;”
- Θα πάρεις το αυτοκίνητο, μου λέει, και θ’ ακολουθήσεις τον τάδε δρόμο, θα τρέξεις με τόσα μίλια (δεν θυμάμαι τον αριθμό) κι’ εκεί θα σε περιμένω εγώ… Ό δρόμος αυτός ήταν ευθύς για πολλά μίλια και σε κάποιο σημείο είχε μιά ελαφρά στροφή, ώστε όσοι έτρεχαν μευπερβολική ταχύτητα έβγαιναν έκτος δρόμου και προσέκρουαν σ’ ένα μανδρότοιχο που δεν γλύτωναν. Είχα ακούσει για πολλά ατυχήματα στο σημείο εκείνο κατά το παρελθόν. Έκανα όπως ακριβώς μου είπε και κατέληξα κι’ εγώ στον μανδρότοιχο. Το αυτοκίνητο έγινε σχεδόν αγνώριστο κι’ εμένα μ’ έβγαλαν με μικροτραύματα. Αφού μου προσέφεραν τις πρώτες Βοήθειες, επήγα στο σπίτι μου.
Επέρασαν δέκα ήμερες περίπου από το ατύχημα μου και εμφανίζεται στο σπίτι μου, στην κουζίνα αυτή τη φορά, ό ίδιος παράξενος επισκέπτης. Μια γκριμάτσα δυσφορίας στο άγριο και επιβλητικό πρόσωπό του• ένα κούνημα της κεφαλής προς τα πίσω• και ή ίδια χαρακτηριστική φωνή του μου λέγει: – Τίποτα δεν κατάφερες.
Καθόμουν και τον κοίταζα σαν απολιθωμένος και μόλις που κατάφερα να τον ρωτήσω:
- Τί να κάνω;
- Τώρα θα πάρεις τρεις φορές δόση απ’ αυτό που παίρνεις και θάρθης σίγουρα μαζί μου.
Εξαφανίστηκε αυτός και δεν αναρωτήθηκα, ούτε πώς μπήκε στο σπίτι ούτε ποιος ήταν.
Έβαλα σε εφαρμογή αμέσως το σχέδιο.
Ετοίμασα το υλικό στην σύριγγα κι’ έψαξα να βρω μέρος στο κατάσπαρτο από τα τρυπήματα σώμα μου. Η δόσις ήταν μεγάλη κι’ έπεσα αμέσως αναίσθητος. Καθώς Βρισκόμουν σ’ αυτή την κατάσταση, Βλέπω έναν ψηλό με ράσα με μαύρο σκουφί που στο μέτωπό του ήταν χαραγμένος Σταυρός. – Μη φοβάσαι, μου είπε, θα γίνεις καλά και όταν επιστρέψεις στην Ελλάδα, ναρθής στο σπίτι μου• είμαι ο Εφραίμ…
Σηκώθηκα σαν να μην είχα πάρει εντελώς απ’ αυτό το καταραμένο δηλητήριο. Ένοιωσα την επιθυμία να φύγω για την Ελλάδα και μόλις το είπα στη μητέρα μου απόρησε και το θεώρησε θαύμα, διότι πολλές φορές προσπάθησαν να με διώξουν απ’ αυτό το περιβάλλον και δεν τα κατάφερναν.
Εξιστόρησα στην μητέρα μου τα όσα μου είχαν συμβεί και θέλησε να με συνόδευσει στο ταξίδι μου. Όταν ήρθαμε στην παλιά μου γειτονιά, πήγαμε στον Ιερέα της Ενορίας εκεί και απ’ αυτόν έμαθα, ποιος ήταν αυτός ό παράξενος επισκέπτης και τι ζητούσε από μένα. Ήταν ό διάβολος και ζητούσε την αθάνατη ψυχή μου. Ευχαριστώ τον Θεό μέσα από τα τρίσβαθα της ψυχής μου. Αφού εξομολογήθηκα και νήστεψα, ό Ιερέας με κοινώνησε σε δεκαπέντε μέρες. Όταν είδα την εικόνα του Αγίου Εφραίμ, θυμήθηκα ότι αυτός ήταν πού μεγλύτωσε από το φοβερό μου πάθος.
Επήγα στην Ν. Μάκρη κι’ έκανα Λειτουργία κι’ ευχαρίστησα τον άγιο. Τώρα πηγαίνω σ’ αυτό το Ίδρυμα, για να ξεφύγω λίγο από τον κόσμο και να σιγουρευτώ, ότι δεν το αποζητώ».
Κ.Σ., Αθήνα
Περιοδικό ΑΓΙΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ