Μηνύματα φωτός

-Ευτυχισμένος αυτός που γνωρίζει,τι είναι αγάπη προς τον Ιησού Χριστό και περιφρονεί τον εαυτόν του χάριν αυτής της αγάπης.
-Αγάπησε ψυχή ολόθερμα τον Ιησού Χριστό.Αυτόν να θεωρείς φίλο σου,Αυτόν,που έστω και αν όλοι σε εγκαταλείψουν,δεν θα σε αφήσει ποτέ,ούτε θα επιτρέψει να καταστραφείς.
-Αν σε κάθε σου ανάγκη επικαλείσαι τον Ιησού Χριστό,θα Τον έχεις πάντοτε κοντά σου.Αν ο Χριστός είναι μαζί σου,κανείς εχθρός δεν μπορεί να σε βλάψει.
-Να είσαι ταπεινός και ειρηνικός και ο Ιησούς Χριστός θα είναι μαζί σου
-Να είσαι ευσεβής και πράος και ο Ιησούς Χριστός θα είναι μαζί σου.
-Κάνε τον Ιησού Χριστό βασιλιά της καρδιάς σου και θα είσαι πάντα ευτυχισμένος.

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Το μεγαλείο της ευσπλαχνίας


    Σήμερα το Ευαγγέλιο μας θυμίζει λίγο τον εαυτό μας. Μας θυμίζει λίγο το τι είμαστε και εμείς και το τι κάνουμε. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα ένας πατέρας να έχει παιδιά, είτε κόρες, είτε αγόρια. Είναι μεγάλη η χαρά του γονιού! Γεμίζει το σπίτι με την χαρά των παιδιών! Σπίτι που δεν έχει παιδί, είναι ευτυχισμένο; Τι λέτε εσείς; Δυστυχία επικρατεί. Σπίτι που δεν έχει παιδί είναι άχαρο. Καρδιά πατέρα που δεν νιώθει μέσα του τα παιδιά του είναι πληγωμένη.

Η παραβολή του άσωτου υιού

            Κάποτε λοιπόν υπήρχε ένας πατέρας που είχε δυο αγοράκια. Τα λάτρευε και τα αγαπούσε. Ήταν τα αγοράκια του! Ήταν η χαρά του!  Μεγάλωσαν όμως  και άρχισαν σιγά-σιγά τις προσωπικές τους απαιτήσεις. Το ένα από αυτά μάλιστα, το μικρότερο, μια μέρα πήγε στον πατέρα του και είπε: «Πατέρα, όμορφα είναι και εδώ στο σπίτι μας, αλλά εγώ θέλω να κάνω τη ζωή μου. Θέλω να χαρώ τη ζωή μου!» 

      Τον κοίταξε καλά-καλά ο πατέρας στα μάτια και του είπε: «Γιέ μου, θέλεις να χαρείς τη ζωή σου, μα το σπιτάκι που μένεις είναι παλάτι, τα φαγητά μας δεν τα έχουν άλλοι, τα χωράφια μας είναι πολλά, τα ζώα μας αμέτρητα, ότι θέλεις το έχεις. Ποια άλλη ζωή, γιε μου, θέλεις να κάνεις που να σου δώσει τόση χαρά και τόση ευτυχία από ότι ζεις εσύ μέσα σε αυτό το πατρικό σου σπίτι;» «Εντάξει, πατέρα, ξέρεις ότι σ’ αγαπώ, ξέρω ότι μου δίνεις ότι θέλω, αλλά εγώ θέλω να κάνω τη ζωή μου! Θέλω να πάω να δω και άλλους φίλους, να δω πως είναι έξω η άλλη ζωή, πως ζουν οι άλλοι», του απάντησε ο μικρότερός του γιος. «Γιέ μου, του λέει ο πατέρας, οι δυσκολίες έξω είναι πολλές και οι άνθρωποι μην νομίζεις ότι είναι όλοι καλοί και εσύ είσαι άβγαλτο παιδί. Εγώ προσπάθησα να σε κρύψω από κάθε τι κακό, προσπάθησα να μην αφήσω την καρδιά σου να πειραχτεί και να πληγωθεί από  κάθε τι βρωμερό. Εκεί όμως έξω που ζητάς να πας, υπάρχει πολλή πονηριά, πολλή κακία και πολλή δυσωδία. Εάν παιδί μου πας, δεν ξέρεις τι μπορεί να πάθεις. Μείνε καλύτερα κάτω από την  αγάπη μου και τις πατρικές μου συμβουλές. Η καρδιά μου σε λατρεύει τόσο πολύ, που εσύ δεν μπορείς να φανταστείς». 
            Το παιδάκι όμως επειδή το μυαλό του το βασάνιζε πολύ ο σατανάς και τον έπεισε ότι πρέπει να κάνει τη ζωή του, είπε στον μπαμπά του: «Άστα αυτά τώρα, δος μου το μερίδιο μου, αυτό που μου ανήκει από την περιουσία και εγώ θέλω να φύγω, να κάνω την ζωή μου»! Ο πατέρας σκέφτηκε προς στιγμή να του το απαγορέψει, γιατί ήξερε προφητικά τι θα συμβεί. Εξάλλου κάθε γονιός ξέρει προφητικά τι θα συμβεί στο παιδί του ανάλογα με τη ζωή που κάνει. «Παιδί μου, θα ήθελα να σου απαγορεύσω να το κάνεις αυτό, μα εάν σου το απαγορεύσω δεν θα σ’ αγαπώ. Ξέρεις γιατί; Γιατί θέλω ότι κάνεις, να το κάνεις με την διάθεσή σου, γιατί εσύ το θέλεις. Μια αγάπη που ασκείται κάτω από την βία, δεν είναι αγάπη και εγώ γιέ μου σ’ αγαπώ. Όμως σου λέω παιδί μου, ότι θα πληγωθείς πολύ». «Πατέρα, δος μου αυτά που σου ζητώ τώρα και μην στεναχωριέσαι. Εγώ έχω μυαλό, ξέρω τι θα κάνω, έχε μου εμπιστοσύνη», του απάντησε ο γιός του. Τα ίδια ακριβώς δεν λένε και τα παιδιά μας σήμερα;
           
Έτσι λοιπόν εκείνος ο πατέρας σεβόμενος το αυτεξούσιο, την θέληση του παιδιού του, του έδωσε το μερίδιο της περιουσίας που του ανήκε και τον αποχαιρέτησε με δάκρυα. Ανέβηκε στο άλογο το παλληκάρι και έφυγε. Που θα πήγαινε άραγε; Αν πήγαινε κάπου εκεί κοντά, θα το μάθαινε ο πατέρας του και θα ήταν κάτω από τη σκέπη του. Εκείνος ήθελε να πάει μακριά, να φύγει κάτω από την κηδεμονία και την επίβλεψη του πατέρα του. Και έτσι λοιπόν φτάνει σε μια μακρινή χώρα. Γύρισε στην αρχή καλά-καλά να δει την περιοχή, είδε ωραία μέρη, είδε ωραία καπηλειά, είδε ωραία κεντράκια και άρχισε λοιπόν να ευχαριστιέται τη ζωή του, όπως νόμιζε εκείνος.
Βέβαια το παλληκάρι αγνοούσε ότι σαν ύπαρξη δεν είναι μόνο σώμα, είναι και ψυχή. Αλλά εκείνος πίστευε ότι έβλεπε. Το σώμα του έβλεπε, αυτό πίστευε. Την ψυχή του που δεν την έβλεπε, που όμως υπήρχε, δεν την πίστευε και την αγνοούσε. Έτσι λοιπόν αυτό το παλληκάρι άρχισε να αποκτάει φίλους, να πηγαίνει πότε στο ένα κέντρο και πότε στο άλλο. Αλλά τι να το κάνεις το ποτό χωρίς τις γυναίκες, δεν γίνεται. Η ευχαρίστηση απαιτεί και άλλα πράγματα, που εμείς τα λέμε λάθη αλλά που εκείνο το παλληκάρι τα θεωρούσε ευτυχία και ηδονή. Και έτσι λοιπόν μέχρι να το καταλάβει, το αγοράκι μας, αυτό το μικρό, το καλό μεν αλλά άμυαλο δε, άρχιζε να ζει τη ζωή της νύχτας. Άρχισε να σπαταλά την περιουσία του πότε εδώ και πότε εκεί, με την μια γυναίκα και με την άλλην, με τον ένα κακό φίλο και με τον άλλον και έτσι μέχρι να το καταλάβει άρχισε να διαπιστώνει ότι η περιουσία του ήδη είχε εξαντληθεί. Στις τσέπες του δεν υπήρχαν πλέον χρήμα. Τώρα τι θα κάνει; Σκέφτηκε λοιπόν το εξής: «Α, δεν πειράζει. Έχω δανείσει σε πολλούς, θα πάω να ζητήσω να μου δώσουν μερικά χρήματα».
Όταν όμως είδαν οι φίλοι του, ότι αυτός είχε πέσει έξω και ήταν πλέον κατεστραμμένος, τον έδιωξαν έξω από το σπίτι τους! Ούτε φίλο δεν τον θέλανε! Μα εκείνο το παλικάρι τους εκλιπαρεί: «Σε παρακαλώ, φίλε μου, εγώ δεν σου έδωσα τόσα χρήματα για να σε βοηθήσω;» «Ποιος είσαι εσύ;», τον ρωτούν εκείνοι. Τώρα κάνουν πως δεν τον ήξεραν κιόλας και του λένε όλα αυτά που οι κακοί φίλοι συνηθίζουν να λένε. Το αγοράκι μας αυτό είναι καλό μεν, αλλά ανόητο δε.
Στο τέλος άρχισε να πεινά πάρα πολύ. Δεν είχε τίποτα να φάει, γουργούριζε η κοιλιά του και έτσι στην θέση τώρα των μουσικών τραγουδιών που άκουγε στα κέντρα, άκουε τώρα μονάχα το μουσικό τραγούδι της κοιλιάς του, το τραγούδι της πείνας. Ξέρετε τι έκανε; Πήγαινε από δω να ζητήσει δουλειά, τον διώχνανε. Πήγαινε από κει να ζητήσει δουλειά, τον ξαναδιώχνανε, επειδή ποτέ δεν είχε δουλέψει. Ποιος θα τον έπαιρνε στη δουλειά του; Μια μέρα βρήκε επιτέλους κάποιον που του είπε: «Έχω μια δουλειά». Χάρηκε αυτός, και λέει από μέσα του: «Βρήκα μια δουλειά, κάτι θα πάρω τώρα, κάτι θα έχω να φάω». «Έχω κάτι χοίρους, κάτι γουρούνια..», του πρότεινε αυτός ο άνθρωπος. Κόπηκε αμέσως το παλληκάρι και συλλογίστηκε: «Καλά τώρα στα γουρούνια θα πάω;» Ξέρει την βρωμιά των γουρουνιών, ξέρει τα γουρούνια που πατάνε. Ξέρετε ποιο είναι το μόνο ζώο που δεν θέλει την καθαριότητα; Το γουρούνι!

Πήγε λοιπόν εκεί στα γουρούνια και έπρεπε να τα ταΐζει με τα ξυλοκέρατα. Έλα όμως που η κοιλιά του γουργούριζε γιατί το αφεντικό του δεν του έδινε πολύ φαΐ.  Ξέρετε τι έκανε; Έπαιρνε από τα ξυλοκέρατα, από αυτά που έπρεπε να ταΐζει τα γουρούνια, και έτρωγε ο ίδιος! Για φανταστείτε έτρωγε από την τροφή των ίδιων των ζώων!
Κάποια στιγμή που η πείνα γουργούριζε την  κοιλιά, άρχισε να ενοχλεί και το μυαλό. Η πείνα της κοιλιάς διέγειρε στη συναίσθηση το νου του και λέει: «Καλά τώρα τι έχω κάνει; Ήμουν μέσα στο σπιτάκι μου, με τον πατέρα μου, με το αδελφάκι μου, είχα τα πάντα, έτρωγα καλά και τώρα κοντεύω να πεθάνω από την πείνα…».
Θα ήθελα τώρα σκέψεις απλές να σας πω: Τι τον έκανε να μετανιώσει; Η πείνα της κοιλιάς! Το σώμα στο οποίο είχε δώσει τόση σημασία και αξία, το ίδιο το σώμα τώρα τον αφυπνίζει. Αποφασίζει να φύγει, τα παρατάει όλα πίσω και άρχισε σιγά-σιγά με τα ρούχα εκείνα τα ξεφτισμένα, τα τρύπια και ελεεινά, με ένα δισάκι στον ώμο, να βαδίζει μέρες και νύχτες προς το πατρικό του σπίτι. Πόσες μέρες αλήθεια βάδιζε;
Εκεί, στο πατρικό σπίτι, γίνεται το πιο ωραίο στα μάτια των ευγενικών ψυχών. Ο πατέρας εκείνος όταν είδε το παλληκαράκι του, το αγοράκι του, την καρδιά του, η χαρά του ήταν ανείπωτη, γιατί δεν έπαψε ποτέ να τον λαχταρά, να τον αγαπά, γιατί η καρδιά του πατέρα είναι πατρική, έχει αγάπη μέσα της. Μπορεί να λέγεται πατρική, αλλά είναι και μητρική, αγωνιά για το παιδί του. Κάθε μέρα ανέβαινε πάνω ψηλά στην κορυφή του βουνού που ήταν το σπιτάκι του, από εκεί που ξεκινούσε ο δρόμος της φυγής του μικρού του αγοριού και αγνάντευε από μακριά μπας και δει το αγοράκι του να επιστρέφει. Τι κάνει η αγάπη; Ζούσε με αγωνία, πότε θα έλθει πίσω το παιδί του.
Η έκπληξή του μέσα από τα δάκρυα τα πολλά που είχαν πληγώσει τα μάτια του ήταν μεγάλη, όταν εκείνο το πρωινό αγναντεύοντας κάτω από την θαλπωρή του γλυκού ήλιου, έβλεπε από μακριά σαν οπτασία έναν παλληκάρι να επιστρέφει. Έτριψε τα μάτια του με τα χέρια του πολλές φορές μπας και ξεγιελότανε, μπας και ήθελαν να τον κοροϊδέψουν. Φοβήθηκε μήπως τα μάτια του ατίμαζαν την πατρική του αγωνία. Πολλές φορές τα έτριψε και αναρωτιόταν: «Μα είναι αλήθεια αυτό που βλέπω;» Όταν βεβαιώθηκε πως ήταν αλήθεια, δεν άντεξε να περιμένει, άρχιζε να τρέχει το γεροντάκι τον κατήφορο εκείνου του δρόμου, για να βρεθεί πιο γρήγορα στο αγοράκι του, κοντά στο παιδί του, κοντά στο αγαπημένο του σπλάχνο.
Και τότε έπεσε και το αγκάλιασε. Το παιδί, με τι μάτια τώρα να κοιτάξει τον πατέρα του; Πήγε να γονατίσει, πήγαν να λυγίσουν τα γόνατά του για να εκφράσει μετάνοια, μα ο πατέρας δεν τον άφησε. «Γιέ μου γλυκέ…» και άρχισε να τον φυλά. Μα αλήθεια, τι του έλεγε; «Γιέ μου! Θησαυρέ μου! Αγάπη μου! Χαρά μου! Καλώς ήλθες παιδί μου! Καλώς ήλθες μονάκριβό μου!» Όμως κάθε γλυκός λόγος ήταν ένα κεντρί στην καρδιά αυτού του παιδιού, που με άσωτο τρόπο έζησε. Πήγε να γονατίσει ξανά, μα τα ευσπλαχνικά χέρια του πατέρα του δεν τον άφηναν. «Πατέρα μου, άφησέ με τα πόδια σου να σου φιλήσω, συγνώμη να σου ζητήσω και ξανά να σου πω πολλές φορές συγνώμη, δεν είμαι άξιος να είμαι παιδί σου». «Γιέ μου, τι είναι αυτά που λες, “δεν είσαι άξιος να είσαι ο γιός μου;” Εσύ είσαι το σπλάχνο μου!Eγώ για σένα ζω! Aν εσύ παιδί μου πάθεις τίποτα, εγώ τι να την κάνω τη ζωή; Αν εσύ χαθείς, εγώ τι να την κάνω την ευτυχία; Για μένα θέλω να ξέρεις, ότι ζω γιατί υπάρχεις»!
Πόσα γλυκά λόγια έμπαιναν σαν μαχαιριές στην καρδιά του άσωτου παιδιού. Τον φιλούσε, τον ξαναφιλούσε, τον αγκάλιαζε, τον χάιδευε, δεν τον άφηνε μέσα από την αγκαλιά του και το παιδί σε κάθε χάδι άφηνε τα δάκρυα της συγνώμης να τρέχουν ασταμάτητα από τα μάτια του.
Εν τω μεταξύ οι υπηρέτες είχαν δει αυτό το γεγονός και έτρεχαν να δουν τι είχε συμβεί. Όταν ήλθαν κοντά, ο πατέρας με δυνατή φωνή τους πρόσταξε:
 «Τρέξτε γρήγορα και φέρτε ωραία ρούχα! Φέρτε καινούργια παπούτσια!  Φέρτε το χρυσό μου δαχτυλίδι να το βάλω στον γιό μου». Εκείνοι έτρεχαν να φέρουν ότι πιο ωραίο για να φορέσει το αγόρι του. «Βγάλτε την στολή του! Ντύστε τον με τα πιο όμορφα ρουχαλάκια!», τους διατάσσει ο πατέρας. Πήρε το χρυσό δαχτυλίδι και το έβαλε στο δάχτυλο του παιδιού και εκείνο αποσβολωμένο κοιτούσε καλά-καλά και δεν μπορούσε να καταλάβει αυτό που ζούσε τώρα αν ήταν όνειρο ή πραγματικότητα; Είναι δυνατόν να έχει καταστρέψει τόση περιουσία, να έχει ξευτελίσει το όνομα του πατέρα του, να έχει κάνει τόσα λάθη και ο πατέρας του να τον λατρεύει ακόμα; Αφού μέσα του αναρωτήθηκε: «Τελικά μπαμπά, εσύ τι είσαι;» Και εκείνος του είπε: «Είμαι, αγάπη μου, η ζωή σου! Είμαι αυτός που σε λατρεύει με τόση πατρική αγάπη, αλλά και με τόση μητρική στοργή». Κατάλαβε το παλληκάρι ότι αυτός ο πατέρας δεν ήταν μόνο ο πατέρας του, ήταν και η μαμά του, γιατί τέτοια λατρεία, τέτοια συγχώρεση μόνο οι μάνες την δίνουν!
Επέστρεψαν στο σπίτι πίσω, που έμοιαζε σαν παλατάκι και ο πατέρας διέταξε τους υπηρέτες του: «Φέρτε το πιο ωραίο μοσχάρι, το πιο τρυφερό και σφάξτε το και φωνάξτε όλο τον κόσμο να φάμε μαζί, γιατί ο γιός μου ήταν νεκρός και ανέζησε, το παιδί μου το είχα χαμένο και τώρα είναι στην αγκαλιά μου»! Δεν ξεκολλούσε από τον γιό του. Και εκείνος ήταν σαν χαμένος, γιατί δεν μπορούσε να πιστέψει, πως ο πατέρας του τον λάτρευε τόσο πολύ.
Η μόνο πληγή στην καρδιά του πατέρα ήταν ο μεγάλος του γιός. Όταν ήλθε από τα χωράφια και άκουσε όλες αυτές τις μουσικές, φώναξε εκεί έναν από τους υπηρέτες και του λέει: «Τι συμβαίνει εδώ; Γιατί τόση φασαρία; Γιατί τέτοια τραγούδια; Τι γίνεται;» «Ο αδελφός σου που ήταν χαμένος επέστρεψε και ο πατέρας σου έκανε μεγάλη γιορτή», του απάντησε ο υπηρέτης. «Τι; Έκανε γιορτή στον άσωτο αδελφό μου; Σαν δεν ντρέπεται ο πατέρας μου! Πως τόλμησε και το έκανε αυτό σε έναν άσωτο που σπατάλησε την περιουσία;» Θυμωμένος δεν ήθελε καν να μπει μέσα στο σπίτι. Τα μαθαίνει ο  πατέρας από τους υπηρέτες και βγαίνει έξω με την ίδια λαχτάρα και αγάπη που έχει ο πατέρας σε όλα του τα παιδιά, χωρίς να κάνει διακρίσεις και του λέει: «Έλα γιέ μου αγαπημένε εδώ, έλα βασιλόπουλό μου, τι έχεις και είσαι τόσο πικραμένος;» «Πατέρα, αυτό που έκανες ήταν ανόητο. Δεν έπρεπε να δεχθείς καθόλου αυτόν τον άσωτο», του απάντησε ο μεγάλος αδελφός.
Δείτε πόσο μου έκαναν εντύπωση στο Ευαγγέλιο τα λόγια που είπε ο πατέρας:  «Τέκνον, σύ πάντοτε μετ’ εμού ει, και πάντα τα εμά σά εστιν, ευφραθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ήν και ανέζησε και απολωλός ήν και ευρέθη» (Λουκ. 15, 31-32). Δηλαδή: «Έπρεπε γιέ μου να χαρείς, να ευφρανθείς, γιατί ο αδελφός σου, το σπλάχνο μου, ήταν νεκρός και ανέζησε, ήταν χαμένος και βρέθηκε. Έτσι τελειώνει το Ευαγγέλιο με την πληγή του Θεού Πατέρα, όταν εμείς αγανακτούμε για τους αμαρτωλούς.

Η πείνα του σώματος οδηγεί τον άσωτο σε μετάνοια
και επιστρέφει στην πατρική αγκαλιά του Θεού!

Αλήθεια, τι νόημα έχει όλο αυτό το Ευαγγέλιο για εμάς; Να πω ότι αυτή η παραβολή του ασώτου συμβολίζει τον καθένα από μας, που με τις αμαρτίες και τα λάθη φεύγει μακριά από το Θεό Πατέρα; Να πω ότι συμβολίζει τους ανθρώπους εκείνους, που ενώ ξέρουν πόσο μας αγαπάει ο Θεός, εκείνοι λένε: «Άκουσε Θεέ μου, Εσύ υπάρχεις στον ουρανό, αλλά εγώ θα κάνω την δικιά μου την ζωή». Ποια ζωή αλήθεια θέλουμε να κάνουμε; Λίγες σκέψεις θέλω να  καταθέσω μονάχα στην αγάπη σας, για να καταλάβετε τον προβληματισμό της ψυχής μου, αλλά και την λαχτάρα του Θεού: Έκανε η πείνα ένα παλληκάρι να συνέλθει και να επιστρέψει στην πατρική αγκαλιά του Θεού!
Αλήθεια, τι κάνει η πείνα! Στις τηλεοράσεις σας βλέπετε τι γίνεται πάνω στην Αθήνα και σε άλλα μέρη; Πόσοι άνθρωποι έχουν βγει σε συλλαλητήρια; Πόσοι άνθρωποι κάνουν απεργίες; Πόσοι άνθρωποι έχουν ξεσηκώσει τον κόσμο, γιατί δεν έχουν να φάνε; Η οικονομική κρίση κατέστρεψε την ψυχική τους ισορροπία. Δεν υπάρχει χρήμα στην τσέπη! Δεν υπάρχει φαί στο ντουλάπι! Δεν υπάρχει τροφή μέσα στην κοιλιά του ανθρώπου! Και ο άνθρωπος αγανακτεί, φωνάζει! Για ποιο λόγο σπουδάζει ένα παιδάκι τόσα χρόνια; Επειδή θέλουμε να είναι μορφωμένο ή μια μέρα να βρει μια καλή δουλειά και να παίρνει καλά χρήματα; Γι’ αυτό δεν το κάνουμε; Δείτε, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, πανεπιστήμιο, τόσα χρόνια, μόνο και μόνο για να φάμε, για να έχουμε  χρήματα για να μπορούμε να ζούμε άνετα. 
Και πόσοι άνθρωποι όταν χάσουνε αυτά τα χρήματα, το νιώθετε εξάλλου εσείς που είσαστε συνταξιούχοι και συνταξιούχες, τώρα που μειώνονται συνέχεια οι συντάξεις σας, που με αυτές ζείτε ακόμα και τα παιδιά σας, βρίσκεστε σε απόγνωση. Πόσα παιδιά διώχτηκαν από τις δουλειές; Σήμερα πόσα παλληκάρια έχουν δουλειές; Σας ρωτώ, πόσες κοπέλες σήμερα δουλεύουν; Έχουμε πατεράδες ανέργους! Μητέρες που δεν έχουνε να ζήσουνε το παιδί τους! Εγώ τα ξέρω αυτά γιατί έρχονται εκεί στην ιεραποστολή και μας ζητάνε φαγητό. Θα σας πω περιπτώσεις και όταν θα τις ακούσετε θα λέτε: «Μα είναι  αλήθεια αυτά;
Μια γυναίκα την χώρισε ο άντρας της. Καμιά φορά  η οικονομική κρίση δημιουργεί δυσκολίες. Την παράτησε με ένα παιδάκι, την διώξανε αυτήν από την δουλειά, γιατί δεν υπάρχουν δουλειές και στο τέλος δεν είχε να πληρώσει το ρεύμα, δεν είχε να πληρώσει το ενοίκιο, δεν είχε να πληρώσει το φαγητό και η κοπέλα ήταν μπροστά στην αντιμετώπιση πλέον της ολοκληρωτικής πείνας. Ξέρετε πόσοι άνθρωποι δεν έχουν τώρα να φάνε;
Μου έλεγε ένα παλληκάρι ότι εδώ κοντά στο πολυκατάστημα του Πάππου, τις βραδινές ώρες όταν είχαν κλείσει, είδε ένα νεαρό παλληκάρι και έψαχνε μέσα στα σκουπίδια, εκεί που πετάνε οτιδήποτε όσοι φεύγουνε μέσα από το πολυκατάστημα, για να βρει κάτι να φάει! Ήλθε και μου το έλεγε και ήταν δακρυσμένος. Ξέρετε  πόσες γιαγιάδες μου λένε: «Πάτερ μου, δεν είναι ότι δεν έχω να φάω εγώ, το εγγονάκι μου δεν έχει λίγο γάλα να πιει…». Με ικέτευε να του πάρω ένα μπουκάλι, ένα κουτάκι γάλα και λέω που φτάσαμε;
Τι αγωνία έχουν αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν για το φαγητό; Εσείς μπορείτε να ζήσετε χωρίς το φαγητό; Σας ρωτώ. Κανένας. Έχω δει ανθρώπους που είχανε πολλά χρήματα, είχανε μεγάλη περιουσία και αυτή την στιγμή με τα δάνεια που χρωστάνε, και τα σπίτια τους κινδυνεύουν να χάσουν και δεν έχουν πλέον δουλειές και δεν έχουν να φάνε. Κατάλαβα πόσο μεγάλο πράγμα είναι το φαγητό. Μπορείτε να φανταστείτε τον εαυτό σας χωρίς φαγητό; Όχι.

Δείτε για το φαγητό του σώματος κάνουμε τόσες φασαρίες, κάνουμε ολόκληρα συλλαλητήρια κάθε λίγο και λιγάκι, τα βλέπετε άλλωστε στις τηλεοράσεις. Στην Αθήνα κατεβαίνουν σε απεργίες. Πρώτα ζητούσαμε να μας αυξήσουν τον μισθό, τώρα ικετεύουμε να μην μας μειώσουν τον μισθό! Τουλάχιστον να  αντέξουμε μέχρι εκεί. Και όμως λένε ότι αναδρομικά θα μας κόψουν και άλλα χρήματα και δεν ξέρω αν θα φτάνουν για λίγο φαγητό…
Άραγε η πείνα του σώματος θα μας οδηγήσει και εμάς σε μετάνοια, όπως τον άσωτο και θα επιστρέψουμε στην πατρική αγκαλιά του Θεού;

Έχετε ποτέ αναρωτηθεί, αν ζει η ψυχή σας 
χωρίς την τέλεια τροφή της, που είναι η θεία Κοινωνία;

Θα ήθελα να σας πω τώρα για την μεγάλη πείνα που έρχεται, όχι του σώματος, όχι αυτήν που έχει σχέση με το ψωμί, το λάδι, το φαγητό, αλλά για μια άλλη πείνα που μαστίζει την ανθρωπότητα και που υποφέρει από αυτήν.  Όλη αυτή την πείνα που σχολιάσαμε μέχρι τώρα, έχει σχέση μόνο με το σώμα. Όμως τώρα θέλω να σας κάνω μια απλή ερώτηση: Γιατί ήλθατε σήμερα εδώ στην Εκκλησία; Γιατί πάμε στο εστιατόριο; Έχετε αναρωτηθεί; Όποτε πάτε στο εστιατόριο πηγαίνετε για να φάτε. Γιατί κάνετε φαγητό κάθε μέρα εσείς οι μανάδες; Για να ταΐσετε τον άντρα σας και τα παιδιά σας.  Εάν δεν ταΐσετε τον άντρα σας και τα παιδιά σας, μπορεί να αντέξει η οικογένεια σας σ’ αυτό το σπίτι; Δεν μπορεί να αντέξει. Σας διαβεβαιώ ότι φροντίζετε τέλεια το σώμα σας! Έχετε πολύ μεγάλη αγωνία για το σώμα σας! Έχετε πολύ τέλειο ενδιαφέρον για να θρέψετε την κοιλιά σας!
Και τώρα ας μιλήσω για την αγωνία των αγγέλων. Ας μιλήσω για την αγωνία του Θεού. Ας μιλήσω για την αγωνία του ουρανού:
«Παιδιά μου, έχετε ποτέ φανταστεί, ότι η ψυχή σας είναι νεκρή από φαγητό; Έχετε ποτέ αναρωτηθεί, αν ζει η ψυχή σας  χωρίς την τέλεια τροφή, που είναι η θεία Κοινωνία;»
Στα παλιά τα χρόνια έκαναν ολόκληρους αγώνες οι Χριστιανοί για να βρίσκονται μέσα στις κατακόμβες, χαμηλά κάτω από το έδαφος της γης, κάτω από τον φόβο των διωκτών. Τους καταδίωκαν οι έπαρχοι, τους καταδίωκαν οι αυτοκράτορες, τους καταδίωκαν οι πάντες και εκείνοι κατέβαιναν στα βάθη της γης!
Μου επέτρεψε ο Θεός και μου έδωσε τη χαρά να βρεθώ στις κατακόμβες της Ρώμης, εκεί που χιλιάδες μάρτυρες άγιασαν, εκεί που χιλιάδες μάρτυρες βρήκαν την τελευταία τους καταφυγή. Τέσσερα πατώματα κάτω από τη γη ήταν η κατακόμβη του Αγίου Καλλίστου, του Αγίου Σεβαστιανού και άλλες κατακόμβες και μου έκανε φοβερή εντύπωση, ότι οι Χριστιανοί έκαναν τα πάντα για να βρεθούν στις κατακόμβες. Ξέρετε για ποιο λόγο; Για να κοινωνήσουν! Για να μεταλάβουν το Σώμα και το Αίμα του Αγαπημένου τους!
Και εμείς σήμερα κάνουμε θείες Λειτουργίες πάνω από το χώμα σε πολυάριθμες Εκκλησιές. Γεμίζουν πολλές φορές οι Εκκλησιές. Πόσοι όμως έρχονται να πάρουν το Σώμα και το Αίμα του αγαπημένου μας Βασιλιά; Πόσοι από σας έχετε την αγωνία και το ενδιαφέρον να ταΐσετε την ψυχή σας; Και εγώ ρωτώ, ποιος είναι φρόνιμος; Θα επιτρέψει ο Θεός να περάσουμε μεγάλη πείνα, για να νιώσει το σώμα μας πολύ άσχημα, μπας και μπορέσουμε να καταλάβουμε τι αγωνία και πείνα έχει η ψυχή μας, που ενώ έχουμε την θεία Κοινωνία, εμείς δεν μεταλαβαίνουμε!
Ξέρω τις προφάσεις σας. Πολλές φορές μου λέτε: «Είμαι, πάτερ, πολύ αμαρτωλός, πώς να μεταλάβω;» Δηλαδή, παιδί μου, επειδή είσαι πολύ αμαρτωλός, δεν μπορείς να μιλήσεις με το Θεό σου; Δεν μπορείς να αγκαλιάσεις το Θεό σου; Δεν μπορείς να Τον βάλεις μες στην καρδιά σου το Θεό σου; Μα και ο άσωτος τέτοιος ήταν. Ήταν άσωτος, όχι γιατί έφυγε μακριά από τον Πατέρα του, αλλά γιατί δεν θέλησε να δεχτεί να τρώει μαζί με τον Πατέρα του! Άσωτος είναι αυτός που φεύγει από το μεγάλο τραπέζι που ετοιμάζει πάντα ο Θεός Πατέρας για εμάς!
Μου λέει στη συνέχεια το παλικάρι: «Πάτερ, θέλω να μετανοήσω, θέλω να αλλάξω ζωή, συγνώμη να ζητήσω, θέλω να πάω να εξομολογηθώ». Πράγματι λοιπόν πήγε και εξομολογήθηκε, είπε τα λάθη του, μα μετά δεν μεταλάβαινε πάλι! Ποια η διαφορά να μετανιώσεις, να επιστρέψεις δήθεν στο σπίτι, αλλά να μην τρως με τον Πατέρα σου, να μην κοιμάσαι με τον Πατέρα σου, να μην είσαι μες στο σπίτι του Πατέρα σου! Ποια η διαφορά;
            Η εξομολόγηση, αδελφοί μου, είναι σαν αυτό που είπε αυτός ο Πατέρας στους υπηρέτες του: «Φέρτε γρήγορα ωραία ρούχα, για να αλλάξετε αυτά τα απρεπή και  κουρελιάρικα που φοράει τώρα το παιδί μου».
Η εξομολόγηση είναι η πρώτη αποκατάσταση της σχέσης. Είναι αυτό που ο Πατέρας με το γιό βρίσκονται σε μια αγκαλιά και ζητάει συγνώμη το παιδί. Αυτό δεν λέμε στην εξομολόγηση; «Συγνώμη, πάτερ, έκανα λάθος». Αυτό είπε και ο άσωτος. Και τι του είπε ο Πατέρας; «Γλυκέ μου γιέ! Θησαυρέ μου! Αγάπη μου! Χαρά μου! Βασιλιά μου»!

Μες στην εξομολόγηση λοιπόν γίνεται η πρώτη αποκατάσταση. Ο άνθρωπος ζητά συγνώμη και ο Θεός Πατέρας τον αγκαλιάζει και του λέει: «Παιδί Μου, μην σκέφτεσαι τι λάθη έχεις κάνει για Μένα. Είσαι ο θησαυρός Μου! Είσαι η αγάπη Μου και η χαρά Μου! Σου βγάζω τα παλιά ρούχα και σου φοράω το χρυσό δαχτυλίδι της υιοθεσίας, γιατί είσαι το δικό Μου παιδί! Σου βάζω καινούργια παπούτσια, για να περπατάς τον δρόμο της αρετής! Αλλά, παιδί Μου, δεν έχει αυτό αξία, αν δεν έλθεις στο σπίτι Μου να φάμε μαζί».
Γι’ αυτό, τι κάνει αμέσως ο στοργικός Πατέρας; Διατάζει να σφάξουν  τον μόσχο τον σιτευτό!
            Ο Θεός Πατέρας στέλλει τον Μονογενή Του Υιό, το Μοναχοπαίδι Του, την Αγάπη Του, την Χαρά Του, το Βασιλόπουλό Του, τον Ιησού Χριστό και Τον θυσιάζει σαν τον αμνό, σαν το προβατάκι. Ξέρετε για ποιο λόγο; Για να σου δώσει εσένα την ευκαιρία να φας, να πιείς, να ξαποστάσεις και να ξαναρχίσεις την καινούργια ζωή. Ναι, αυτή είναι η τέλεια Τροφή! Μόνο που στην τέλεια αυτή Τροφή βρίσκεται και το μυστικό της αποκατάστασης του ασώτου. Ποια θα ήταν η αποκατάστασή του; Με το να τον αγκαλιάσει απλά; Με το να τον συγχωρέσει μονάχα; Εάν δεν τον έπαιρνε στο σπίτι του, εάν δεν τον τάιζε, θα υπήρχε πλήρη αποκατάσταση; Σας ρωτώ.
Τι λέμε στην ώρα της Θείας Κοινωνίας; Πείτε το δυνατά: «Λάβετε, φάγετε, τούτο εστί το σώμα Μου, το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών». (Λουκ. 22:19) Τα λόγια σας αυτά θα σας κρίνουν, γιατί εάν δεν παραδεχτείτε ότι το Σώμα του Χριστού προσφέρεται σε εσάς εις άφεσιν αμαρτιών, πως εσείς ζητάτε να σωθείτε;
Τι λέει παρακάτω; «Πίετε εξ’ αυτού πάντες, τούτο γάρ εστι το αίμα μου το της Καινής Διαθήκης, το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». (Ματθ. 26: 27-28) Γιατί λέει «πάντες» και όχι μερικοί; «Για σας και για όλο τον κόσμο, λέει ο Ιησούς, χύνω το Αίμα Μου, εις άφεση αμαρτιών».Αυτά τα λόγια θα σας κρίνουν, γιατί ενώ πιστεύετε ότι μόνο με τη θεία Κοινωνία έχουμε την άφεση των αμαρτιών, δεν έρχεστε να πάρετε την άφεσή σας και στερείτε από την ψυχή σας την τέλεια τροφή της.

Το μεγάλο παράπονο του Θεού Πατέρα

Τότε αλήθεια, γιατί έρχεστε στην Εκκλησία; Η ερώτηση ήταν απλή. Για να Του πείτε: «Θεέ μου υπάρχω και εγώ και ήλθα να προσευχηθώ»; Δεν μπορείτε να προσευχηθείτε στο σπίτι σας; Ή πιστεύετε ότι στο σπίτι σας δεν σας ακούει ο Θεός; Ή πιστεύετε ότι έξω στους δρόμους, στα χωράφια σας, μια και είναι εδώ χωριουδάκι, δεν σας ακούει ο Θεός; Ποιος το είπε ότι δεν σας ακούει; Παντού μας ακούει. Εδώ όμως στην Εκκλησία, γιατί ερχόμαστε;
Ξέρετε ποιο είναι το παράπονο του Θεού Πατέρα; «Έστειλα τον Γιό Μου να θυσιαστεί, να σας προσφέρει το Σώμα Του και το Αίμα Του, για να αγιαστείτε και  εσείς αφήνετε να πηγαίνει χωρίς αξία η μεγάλη Του σταυρική θυσία». Πως λες ότι πιστεύεις το Θεό; Τι σημαίνει πίστη; Μα και οι δαίμονες πιστεύουν στο Θεό Πατέρα, αλλά δεν μπορούν να Τον εμπιστευτούν. Εσείς εμπιστεύεστε το Θεό Πατέρα; Μια  απλή ερώτηση σας κάνω. Ναι, Τον εμπιστευόμαστε. Πως Τον εμπιστεύεστε, όταν Εκείνος σας λέει ότι: «Εάν δεν φάτε το Σώμα του Υιού Μου, εάν δεν πιείτε το Αίμα του Υιού Μου, δεν θα έχετε ζωή αιώνιο»; Τι πιστεύετε τότε; Εάν πιστεύετε το Θεό Πατέρα, τότε να πιστέψετε και αυτά που είπε ο Ίδιος για τον Γιό Του: «Εάν δεν φάτε το Σώμα Του και εάν δεν πιείτε το Αίμα Του, δεν θα έχετε ζωή αιώνιο».
Και εσύ τώρα με ρωτάς: «Μα πάτερ, είμαι αμαρτωλή, πώς να πλησιάσω το Θεό;» Εάν είσαι τόσο αμαρτωλή που φοβάσαι, τότε γιατί έρχεσαι στην Εκκλησία και την μολύνεις με την παρουσία σου; Απλή ερώτηση κάνω. Αφού λες ότι είσαι τόσο αμαρτωλή, τότε γιατί έρχεσαι εδώ και ξεσηκώνεις τους αγγέλους με την ακαθαρσία σου; Λάθος κάνεις, αγαπητή μου, λάθος κάνεις αγαπητέ μου.
Ο φόβος εδώ της Εκκλησίας είναι να μην χάσουμε την εικόνα της πατρικής καρδιάς του Θεού Πατέρα! Ξέρετε ποιο είναι το πραγματικό μας σπίτι;
Η καρδιά του Θεού Πατέρα! Ξέρετε τι κάνει ο Θεός όταν ο καθένας μας γεννιέται; Βγάζει την ψυχή μας μέσα από την καρδιά Του και την φυτεύει μέσα στη μήτρα της μάνας του και εκεί γεννιέται ο άνθρωπος. Η μάνα δίνει το σώμα και το αίμα, που θα ξαναγίνει πάλι χώμα και η ψυχή μεγαλώνει και επιστρέφει αργότερα πάλι στην καρδιά του Θεού Πατέρα.
Πως όμως θα επιστρέψει; Ποιος θα την φέρει πίσω, όταν ο Γιός του Θεού που ήλθε να θυσιαστεί για σένα, εσύ Τον έχεις αγνοήσει και Τον έχεις ξεχάσει; Σε ποια καρδιά θα μπείτε; Σε αυτήν που ξεχάσατε; Σε αυτήν που δεν εμπιστεύεστε; Σε αυτήν που δεν λατρεύετε; Σε αυτήν που δεν θέλετε να καταλάβετε ότι χτυπάει ευσπλαχνικά σαν Μάνα και σαν Πατέρας για σας; Τι νόημα έχει τότε όλο αυτό το συρφετό στις Εκκλησιές; Αυτό είναι το μεγάλο παράπονο του Θεού Πατέρα!

Οι κακές δικαιολογίες που δεν αφήνουν τους ανθρώπους να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων

Αδελφοί μου, ο Ιησούς, ο Βασιλιάς μας, μίλησε σε πολύ κόσμο, αλλά άλλοι Τον δέχτηκαν, άλλοι απλά Τον άκουσαν και άλλοι Τον έδιωξαν. Δεν ξέρω εμείς σε ποια κατηγορία θα είμαστε. Σε αυτούς που Τον δέχτηκαν; Σε αυτούς που απλά Τον άκουσαν; Ή σε αυτούς που Τον έδιωξαν; Δεν θα ήθελα να σκέφτομαι ότι εμείς θα Τον διώξουμε, αλλά δεν θα ήθελα όμως να σκέφτομαι ότι απλά Τον ακούμε. Θα ήθελα να είμαστε από αυτούς τους ανθρώπους που Τον εμπιστευόμαστε. Όχι απλά Τον πιστεύουμε, αλλά Τον εμπιστευόμαστε.
Όσοι λοιπόν θέλετε να μάθετε την αλήθεια, θα ήθελα απλά να σας ρωτήσω: Ξέρετε ποια είναι εκείνα τα αμαρτήματα που προσβάλουν το Θεό και που δεν πρέπει να μεταλαβαίνουμε; Ίσως πρέπει αυτό το θέμα να το λύσουμε. Μην μου πείτε ότι: «Πάτερ, σκέφτομαι άσχημα ή βασανίζομαι από σαρκικές επιθυμίες», γιατί θα σας πω ότι θα ήταν πολύ γελοίο να το υπερασπίζεστε αυτό τόσο, όταν ο άσωτος της παραβολής, ξέρετε τι έκανε εκεί που πήγαινε στα καταγώγια; Με τις γυναίκες δεν ήταν; Με τις πορνείες δεν ασχολείτο; Όλα αυτά δεν έκανε; Και όμως όταν επέστρεψε πίσω ζητώντας την καρδιά του Πατέρα, Εκείνος τι του είπε; «Αμαρτωλέ φύγε»; Έτσι του είπε; Εάν λοιπόν δεν το είπε, γιατί τότε να το πει σε εσάς; Εάν λοιπόν δεν το είπε στο παιδί Του, γιατί θα το πει στο κοριτσάκι του και σε εσένα το παλληκάρι του και γενικά στον καθένα από εσάς;
Ξέρει ότι το σώμα μας είναι ευάλωτο στον σατανά και πειράζεται κάθε λίγο και λιγάκι. Το φουντώνει ο σατανάς με χίλια δυο πονηρά για να μας πει: «Είσαι αμαρτωλός, σκέφτηκες άσχημα. Τώρα το μυαλό σου είναι στα σαρκικά, επομένως δεν πρέπει να πας κοντά στον Πατέρα σου». Αυτό όμως έκανε ο άσωτος; Αυτό έκανε ο Πατέρας; Και στον Πατέρα του πήγε ο γιός με τις ασωτίες του και ο Πατέρας του τον αγκάλιασε παρά τα λάθη και τις ασωτίες του. Γι’ αυτό μην μου πείτε λοιπόν ότι αυτή είναι η βασική αιτία, που εσείς δεν θα μεταλαβαίνετε. Εξάλλου να σας ρωτήσω κάτι άλλο. Τι είναι εκείνο που θα μπορούσε να σας δώσει κουράγιο και δύναμη για να αγωνίζεστε στη ζωή, αν δεν είναι η αγάπη του Πατέρα και της Μάνας σας; Θα είχαμε κουράγιο εμείς να αγωνιζόμαστε; Μόνοι μας μπορούμε να αγωνιστούμε; Όχι. Η θεϊκή καρδιά του Θεού Πατέρα μας δίνει δύναμη και κουράγιο.
Ξέρετε πως μας αγαπά ο Θεός Πατέρας; Πως νομίζετε; Πείτε μου, υπάρχει εδώ στη γη μεγαλύτερη αγάπη από αυτήν που έχει μια μάνα στο μωρό της; Πείτε μου μια άλλη αγάπη, που να είναι εξίσου τόσο δυνατή. Υπάρχει; Αυτή λέγεται αγάπη ή μητρικός έρωτας; Αυτός λέγεται μητρικός έρωτας, έρωτας δυνατός και κτητικός.
Ακριβώς αυτό είναι ο Θεός μας. Μας αγαπάει σαν την μωρομάνα, που λατρεύει το μωρό της και θέλει να μας έχει στην καρδιά Του και μέσα στην αγκαλιά Του. Γι’ αυτό, όσοι πιστεύετε ότι ο Θεός Πατέρας είναι Μωρομάνα που έτσι μας λατρεύει, να μην φοβάστε και να έρχεστε να μεταλαβαίνετε.


Τα δύο μεγάλα λάθη που πληγώνουν το Θεό Πατέρα

Ξέρετε τι θα ήθελα μονάχα να πω σε κάποιους, που ενώ κάνουν δύο μεγάλα λάθη που πληγώνουν το Θεό Πατέρα, έχουν το θράσος να μεταλαβαίνουν, ενώ ξέρουν ότι δεν πρέπει να μεταλάβουν; Ποιοι είναι αυτοί που δεν πρέπει να μεταλαβαίνουν; Απορείτε και δεν ξέρετε τι πληγώνει την καρδιά του Θεού Πατέρα. Τι πληγώνει την καρδιά μιας μάνας; Πότε πληγώθηκε πολύ η μάνα; Όταν βλέπει το παιδάκι της να κάνει λάθη; Πληγώνεται τότε, αλλά δεν είναι βαριά η πληγή της. Ξέρετε πότε πληγώνεται πολύ η μάνα; Σε δυο λάθη που μπορεί να κάνει το παιδί της. Το ένα είναι να την αγνοήσει. «Δεν σε θέλω μάνα μου! Θέλω να φύγεις! Είσαι κακιά, είσαι ελεεινή!» Ποια μάνα μπορεί να τ’ ακούσει αυτά και να αντέξει;
Το πρώτο αμάρτημα που ο Θεός δεν μπορεί να το αποδεχτεί, είναι όταν εμείς Τον αγνοούμε. Όταν εμείς λέμε δεν είσαι ούτε Μάνα μας, ούτε Πατέρας μας, ούτε τίποτα. Τότε δικαιωματικά μας αφήνει μόνους μας, όπως άφησε και ο πατέρας να φύγει ο άσωτος, αφού έτσι ήθελε το παιδί του σεβόμενος το αυτεξούσιο. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλη αμαρτία, να μην πιστεύεις ότι ο Θεός είναι ο Πατέρας σου και η Μάνα σου. Να το ξαναπώ; Ποια είναι η πιο μεγάλη αμαρτία που χαίρεται ο σατανάς, πληγώνονται οι άγγελοι και δακρύζει ο Θεός; Όταν δεν πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι για μας ο Πατέρας μας και η Μάνα μας.
Ποιο νομίζετε ότι είναι το δεύτερο μεγάλο αμάρτημα που πληγώνεται η καρδιά του Θεού; Όταν το κάνετε αυτό, πραγματικά μην έλθετε να μεταλάβετε. Ο Θεός, τι καρδιά νομίζετε ότι έχει, σκληρή ή ευσπλαχνική; Είναι γεμάτη ευσπλαχνία. Πότε εμείς δεν είμαστε παιδιά Του; Όταν βγάλουμε από μέσα μας την αγάπη και την ευσπλαχνία και αφήσουμε την ασπλαχνία μας, την κακία μας, να εκφραστεί με ζήλειες, με φθόνους και με κατακρίσεις. Αυτά τα αμαρτήματα, ναι, πληγώνουν πολύ το Θεό. Μην έλθεις να μεταλάβεις, αν δεν μετανοήσεις.
Αν έχεις ζήλειες, φθόνους, αν κατακρίνεις, αν ο ένας συκοφαντεί τον άλλον, λέει λόγια άσχημα και δηλητηριάζει τον άλλον, τότε μην έλθεις παιδί μου να μεταλάβεις. Ξέρεις γιατί; Γιατί Αυτόν που θα μεταλάβεις είναι όλο αγάπη και ευσπλαχνία και πρώτα εσένα σπλαχνίσθηκε. Πως είναι δυνατόν, εσύ ο αμαρτωλός να Του ζητάς ευσπλαχνία και συ ο ίδιος γίνεσαι άσπλαχνος στους άλλους;
Καταλαβαίνετε λοιπόν ποια είναι τα δύο λάθη που πικραίνουν πολύ το Θεό; Όταν δεν πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι για μας ο Πατέρας και η Μάνα μας και όταν φωλιάζουν στην καρδιά μας ζήλιες, φθόνοι και κατακρίσεις. Τότε μην έλθετε να κοινωνήσετε, εάν πρώτα δεν τα εξομολογηθείτε και δεν συμβουλευτείτε τους πνευματικούς σας πατέρες.

 «Μετανιώστε για τα λάθη σας και προσέρχεστε τακτικά στη θεία Κοινωνία για να παίρνετε το θείο Βρέφος Ιησού στην καρδιά σας»

Για να μην σας κουράσω πολύ, θέλω να ξέρετε ότι ο Θεός Πατέρας μας λατρεύει και μας αγαπά! Όλοι μας είμαστε για Εκείνον τα κοριτσάκια Του και τα αγοράκια Του! Είμαστε  οι θησαυροί Του! Είμαστε τα βασιλόπουλά Του! Είμαστε οι πρίγκιπες και οι πριγκίπισσές Του! Είμαστε η χαρά της καρδιάς Του! Είμαστε τα σπλάχνα Του και το μόνο που θέλει σαν Πατέρας είναι να μας βλέπει μέσα στο σπίτι της καρδιάς Του! Αυτό είναι το πραγματικό μας σπίτι!
Γι’ αυτό σας ζητάω τώρα που θα συνεχιστεί η θεία Λειτουργία και θα βγει Εκείνος έξω ανάμεσά μας να περπατήσει και να μας πει: «κοριτσάκια Μου και αγοράκια Μου, για σας θυσιάζομαι ξανά, για σας ξανασταυρώνομαι, για να έλθετε μέσα στην καρδιά Μου»,  θα ήθελα να ξέρω πόσοι από σας μετά θα έλθετε να Του πείτε: «Ναι, Πατέρα, συγχώρεσέ με για όσα λάθη έχω κάνει. Εγώ θέλω να αλλάξω ζωή, θέλω να κάνω μια καινούργια αρχή και να έρχομαι να Σε παίρνω τακτικά στην καρδιά μου, για να αγκαλιάζω εγώ σαν πατέρας Εσένα, το Βρέφος μου, και συ σαν Πατέρας το παιδί Σου».

Όμως είναι γεγονός ότι μέσα στην καρδιά σας πάντα ζείτε την αγωνία της συγχώρεσης. Έχω ακούσει από πολλούς να μου λένε: «Αχ, πάτερ μου, να μπορούσα να εξομολογηθώ, να πω τα λάθη μου και μετά να μου διαβάσει ο παπάς την ευχή, για να κάνω μια καινούργια αρχή, αλλά πολλές φορές ντρέπομαι και άλλες φορές είμαι πληγωμένη…». Ξέρετε γιατί; Γιατί μπορεί να πάτε σε κανένα παπά, που ο ίδιος να νομίζει ότι εκφράζει το Θεό, αλλά με το να μην είναι η καρδιά του ευσπλαχνική σαν του Θεού Πατέρα, διώχνει τα παιδιά! Έχω ακούσει ιερείς που λένε: «Φύγε τώρα,  σταμάτησε να κάνεις αυτά που κάνεις και όταν μετανιώσεις πραγματικά, τότε ξαναέλα να τα πούμε»! Βρε άνθρωπε του Θεού, μπορεί να είσαι παπάς, αλλά δεν έχεις καταλάβει ότι ο Θεός σε έβαλε σε αυτό το πόστο για να σώσεις τα παιδιά Του και όχι να τα διώξεις; Σε έβαλε να έχεις ευσπλαχνική καρδιά σαν την δικιά Του, να συγχωρέσεις τα παιδιά Του, να γίνεις πιο ευσπλαχνικός και να πονέσεις και να κλάψεις με τα παιδιά Του! Αυτούς τους αφήνω στην  διακριτική διάθεση της σύνεσης για να καταλάβουν πόσο λάθος είναι.
Επειδή πολλές φορές με ρωτάτε: «Πάτερ, τι πρέπει να εξομολογηθώ», θα ήθελα να σας πω μια απλή εξομολόγηση που μπορείτε να κάνετε στους πνευματικούς σας ιερείς. Τις πέντε αισθήσεις πρόσεξε παιδί μου. Όπως οι πέντε αισθήσεις του σώματος έχουν κάποια λάθη, έτσι ακριβώς συμβαίνει και στη ψυχή. Ποιες είναι οι πέντε αισθήσεις που μολύνονται; Τα μάτια μας όταν κοιτάς άσχημα, όταν κοιτάς πονηρά, όταν ανοίγεις την τηλεόραση μόνο και μόνο για να δεις άσχημα. Σ’ αρέσουν να ακούς και να βλέπεις πως κλέβει ο ένας την γυναίκα του άλλου. Μ’ αρέσει που πολλές φορές εκβιάζεις και την γυναίκα σου λέγοντας: «Έλα γυναίκα να κάτσουμε να δούμε μαζί τηλεόραση».  
Ρώτησε μια μέρα μια γυναίκα τον άντρα της: «Άντρα μου, με βάζεις δίπλα σου να δούμε τηλεόραση και ο ένας κλέβει την γυναίκα του άλλου. Θα ήθελες εγώ να σου το κάνω;» «Έλα γυναίκα, αυτά είναι για τους άλλους, όχι για μας», της απάντησε ο άντρας της. «Μα αφού με βάζεις να τα βλέπω, είναι σαν να μου λες άσε με να το κάνω», του είπε εκείνη. Πόσα λάθη κάνουμε με την τηλεόραση! Τι λέτε εσείς, αυτά δεν είναι τα αμαρτήματα των ματιών; Γι’ αυτό, τι ωραίο πράγμα είναι να λέμε κάθε μέρα αυτή την προσευχούλα, αλλά και ταπεινά να την εξομολογούμαστε στον πνευματικό μας ιερέα:
«Θεέ μου, συγχώρεσέ με για όσα λάθη κάνω με τα μάτια μου, που βλέπω άσχημα αντί να κοιτάω Εσένα. Για όλα αυτά Σου ζητώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου συγνώμη.
Θεέ μου, για τα αυτιά μου που δεν προσέχω τι μπαίνουν μέσα και τα μολύνω με τις κρίσεις, με τις συκοφαντίες και με τα άσχημα λόγια των κουτσομπολιών μας που ακούω, σου ζητώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου συγνώμη.
Για όλα τα λάθη, Θεέ μου,  που κάνω με το στόμα μου, που αντί συνέχεια να Σε υμνολογώ, αντί να Σε δοξάζω, πέφτω σε κατακρίσεις, συκοφαντίες και κουτσομπολιά που μολύνουν την  ψυχή μου,  Σου ζητώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, συγνώμη Θεέ μου.
Θεέ μου, για όλα τα λάθη του σώματος, που Εσύ μου το έδωσες για να το κάνω ναό δικό Σου, για να κατοικείς εκεί, αλλά εγώ με την αφροσύνη μου συνέχεια κάνω σαρκικά λάθη, Σου ζητώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου συγγνώμη και Εσύ συγχώρεσέ με. Όμως και για όσα λάθη που σαν ανόητοι κάνουμε με τις εκτρώσεις, με τα ναρκωτικά, με όλα αυτά που κάτω από την πίεση της ανοησίας μου και της επίθεσης του σατανά κάνω, για όλα αυτά πάλι Σου ζητώ Θεέ μου μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, συγνώμη.
Θεέ μου, ενώ ξέρω ότι υπάρχεις, ενώ ξέρω ότι είσαι ο Πατέρας μου, ενώ ξέρω ότι είσαι η Μάνα μου, ενώ ξέρω ότι εγώ είμαι το παιδί Σουπολλές φορές όμως Σε ξεχνώ και δεν Σου μιλώ.Γι’ αυτό το πιο μεγάλο μου αμάρτημα, σαν παιδί ζητώ από τον γλυκό μου Πατέρα και Μάνα ταπεινά συγνώμη».
Αυτή είναι η απλή εξομολόγηση! Αυτή είναι η απλή χαρά του Θεού, να μας νιώθει ότι είμαστε στην αγκαλιά Του! Αν πραγματικά μετανιώσουμε και εξομολογηθούμε απλά τα λάθη και τις αμαρτίες μας, τότε Εκείνος θα μας δώσει το πιο πολύτιμό Του δώρο. Όταν το παιδί μετανιώνει, του αλλάζει τα ρούχα του, του βάζει καινούργια παπούτσια για να ξεκινήσει τον καινούργιο δρόμο της αρετής και σφάζει το μοσχάρι το σιτευτό, θυσιάζει δηλαδή τον Γιό Του και προσφέρει το Σώμα και το Αίμα Του, στα παιδιά Του!
Σας εύχομαι ολόψυχα να μετανιώνετε για τα λάθη σας και να προσέρχεστε τακτικά στην θεία Κοινωνία, για να παίρνετε το θείο Βρέφος Ιησού στην καρδιά σας!


Ο Θεός να σας ευλογήσει όλους. Αμήν!

Κήρυγμα πατρός Ελπιδίου (Κυριακή του Ασώτου)